Περί κριτικής ο λογος

Περί κριτικής ο λογος

Το Rabona το … φιλοσοφεί και ξεφεύγει από τα αθλητικά πλαίσια που σας έχει συνηθίσει. Η νέα στήλη του blog σχετίζεται με τις παρατηρήσεις των συντακτών του στο πεδίο των κοινωνικών σχέσεων. Σε αυτή την πρώτη απόπειρα θα παραθέσουμε κάποιες σκόρπιες σκέψεις σχετικά με την κριτική, ένα αναπόσπαστο κομμάτι της ανθρώπινης επικοινωνίας με το οποίο αναμετριόμαστε καθημερινά.

‘Judge not, that you be not judged’

Abraham Lincoln (16ος Πρόεδρος των Η.Π.Α.)

Η οποιαδήποτε πράξη μας γίνεται αντιληπτή στο κοινωνικό μας περιβάλλον κρίνεται (θετικά ή αρνητικά) και αποτιμάται με την έκφραση επιδοκιμασίας ή με την άσκηση αρνητικής κριτικής. Ο όρος «πράξη» μπορεί να αναφέρεται στην συμπεριφορά μας μέσα σε μια παρέα, την επίδοση μας στο πανεπιστήμιο, την εργασία μας ή και τα ενδιαφέροντα/ασχολίες μας. Οι άνθρωποι σπανίως ασκούν κριτική στον εαυτό τους για τα λάθη των δικών τους πράξεων. Προτιμούν να ρίξουν την ευθύνη σε οποιοδήποτε λόγο, συγκυρία ή άλλο άτομο προκειμένου να μην πληγώσουν την περηφάνεια τους παραδεχόμενοι το σφάλμα τους. Αντιθέτως, είναι πανέτοιμοι να εξαπολύσουν κριτική με την πρώτη ευκαιρία που θα τους δοθεί απέναντι στον οποιονδήποτε.

Η κριτική ασφαλώς διαχωρίζεται σε καλοπροαίρετη και κακόβουλη. Δεν έχει πάντα σκοπό όποιος μας κρίνει, να μας βλάψει αλλά να μας δείξει ποια είναι η αλήθεια που εμείς αγνοούσαμε, ειδικά μάλιστα αν είναι κοντινός μας άνθρωπος. Προφανώς, όμως, η κακόβουλη κριτική εμφανίζεται με πολλή μεγαλύτερη συχνότητα καθώς είναι ίδιον του ανθρώπινου χαρακτήρα να υποβαθμίζει την οποιαδήποτε προσπάθεια στον οποιοδήποτε τομέα, αν αντιληφθεί ότι η «πράξη» αυτή έχει (κατά τη γνώμη του) ψεγάδια. Αυτός που εκτοξεύει κακόβουλη κριτική ή λαϊκότερα «στάζει χολή» εναντίον σου, δεν στοχεύει φυσικά στην βελτίωση σου αλλά να πληγώσει την αξιοπρέπεια σου και να υπονομεύσει την όποια προσπάθεια σου. Στις περιπτώσεις μάλιστα που η κριτική τέτοιου τύπου ασκείται εντός των πλαισίων του κοινωνικού μας περίγυρου, του δίνει την ευκαιρία μέσω αυτού του νοσηρού τρόπου πρόκλησης ενδιαφέροντος να αυτοπροβληθεί και να κερδίσει «πόντους» εις βάρος σου, ακριβώς γιατί δεν μπορεί να τραβήξει αυτόφωτα την προσοχή. Ένα τέτοιο άτομο συνήθως είναι αρνητικό απέναντι στα πάντα, μια κινητή μηχανή εντοπισμού λαθών ενώ ακόμη πιο σύνηθες (χωρίς βεβαίως να είναι ο κανόνας ) ειναι να έχει αναγάγει την κακόβουλη κριτική σε δεύτερη φύση του έχοντας μια απαισιόδοξη θεώρηση, η οποία προέρχεται από ελλειψη ικανοποίησης για τη ζωή γενικά καθώς κι από αίσθημα μειονεξίας. Γι’ αυτο άλλωστε προσπαθούν να κρίνουν όλους και όλα με το δικό τους αξιολογικό σύστημα αγνοώντας τις ιδιαίτερες παραμέτρους κάθε ανθρώπου. Την απάντηση σε αυτά τα άτομα έχει δώσει ο Wayne W. Dyer (γνωστός Αμερικανός καθηγητής αυτοβελτίωσης): ‘Όταν κρίνεις τους άλλους, δεν τους χαρακτηρίζεις, χαρακτηρίζεις τον εαυτό σου’.

 Η κακόβουλη κριτική είναι τοξική για τον ψυχισμό του ανθρώπου μιας και προκαλεί αρνητικά συναισθήματα όπως εκνευρισμό και ενοχή ενώ σε καμία περίπτωση δεν σε ωθεί να γίνεις καλύτερος. Ωστόσο, μπορεί να σε πεισμώσει και να επιχειρήσεις αλλαγές με στόχο να την ανατρέψεις.

Αλλαγές, όμως, οι οποίες να αντέχουν στο χρόνο προκαλούνται συνήθως από την παρακίνηση και τον έπαινο κι όχι από την κριτική. Για να πείσεις κάποιον να κάνει κάτι πρέπει να τον πείσεις να το θέλει. Τα επιθυμητά αποτελέσματα έρχονται με ευχάριστη προσέγγιση και ενθάρρυνση κι όχι με την κριτική που φέρνει σε αμυντική θέση τον κρινόμενο, ο οποίος δεν αποδέχεται για κανένα λόγο την κριτική πόσο μάλλον να εφαρμόσει τις προτάσεις που του κατατέθηκαν. Οι πιο επιτυχημένοι επιχειρηματίες είναι αυτοί οι οποίοι ξέρουν να διαχειρίζονται το ανθρώπινο δυναμικό τους. Η τακτική της αναγνώρισης και του επαίνου των προσπάθειων τους και η υποβάθμιση του μεγέθους των σφαλμάτων κατά την διάρκεια της εργασίας τους θα οδηγήσει σε υψηλότερη παραγωγικότητα …11 φορές στις 10.

Για να το αναγάγουμε στο πεδίο των κοινωνικών σχέσων μας (που σαν φοιτητές μας ενδιαφέρει περισσότερο από τα επαγγελματικά) η επιλογή του (συνεχούς) επαίνου αντί της (συνεχούς) κριτικής μας συνδέει στο μυαλό των άλλων με ευχάριστα συναισθήματα, βελτιώνει την εικόνα μας και μας προσδίδει μεγαλύτερη οικειότητα με τις κοινωνικές μας επαφές. Αρκεί βεβαίως να μη  καταφεύγουμε στην κολακεία, η οποία είναι το ίδιο επιζήμια με την κακοπροαίρετη κριτική, διότι δεν οδηγεί τον κολακευόμενο να εξελιχθεί προς το καλύτερο αλλά αντίθετα τον καθησυχάζει ενώ βεβαίως εκπληρώνει και τους ωφελιμιστικούς σκοπούς του κόλακα ( π.χ. να αποκτήσει περισσότερη οικειότητα με τον κολακευόμενο).

Επιστρέφοντας στην κριτική, δεν υπάρχει χειρότερο είδος κριτικού από αυτόν που ασκεί κριτική (αυστηρή μάλιστα) για πράγματα που γνωρίζει λίγο ή και καθόλου. Για παράδειγμα στον αθλητισμό (για να έρθουμε και στα του Rabona), παρατηρείται το φαινόμενο οι φίλαθλοι χωρίς να μπορούν να επιβεβαιώσουν με τις γνώσεις τους ούτε πως μοιάζει ο αγωνιστικός χώρος, να έχουν γνώμη επι παντός επιστητού. Από το ποιος πρέπει να αγωνίζεται βασικός μέχρι ποιο σύστημα πρέπει να παίξει η ομάδα τους. Το  πιο εξωφρενικό όμως. είναι όταν κατακρίνουν την αποτυχημένη επιλογή ενος επαγγελματία αθλητή μέσα στον αγώνα με την βαθιά πεποίθηση πως έπρεπε να είχε πράξει διαφορετικά με βάση την δικιά τους «πλούσια» εμπειρία από ανάλογες καταστάσεις. Οι επιθέσεις αυτές, δηλαδή των παρατηρητών-watchers προς τους ανθρώπους της δράσης-doers, είναι έκδηλες και στην καθημερινή ζωή. Οι watchers ακριβώς επειδή οι ίδιοι δεν κατορθώνουν να είναι άνθρωποι της δράσης νιώθουν σημαντικοί κρίνοντας τις πράξεις των άλλων, πάντα από την ασφάλεια της δικιάς τους απάθειας. Ωστόσο, σχεδόν ποτέ δεν έχουν να αντιπροτείνουν λύσεις, τους αρκεί να αναλώνονται σε στείρα κριτική χωρίς να προσφέρουν κάτι ουσιαστικό στον κρινόμενο. Όπως έχει διατυπώσει εύστοχα και ο Jay Z:

11349105_10206787606592397_282276788_n

Προφανώς δεν μπορούμε να σταματήσουμε ολοκληρωτικά ή να αποφύγουμε τις κριτικές, όμως η συμπεριφορά μας απέναντι σε τέτοιες προσωπικές επιθέσεις καθορίζει και τον τρόπο που θα μας απευθυνθούν στο μέλλον. Μια κακοπροαίρετη κριτική που έχει εμφανή σκοπό να μας βλάψει δεν πρέπει να την παίρνουμε προσωπικά, οφείλουμε όμως να την λαμβάνουμε σοβαρά και να την καταγράφουμε. H αδιαφορία προς το πρόσωπο του κριτή, ειδικά αν αυτός δεν έχει καμία κατάρτιση πάνω στο θέμα το οποίο κρίνει, αποτελεί την καλύτερη αντίδραση. Η αμυντική θέση φανερώνει ότι δίνουμε αξία στα λόγια του ή ακόμη χειρότερα ότι του δίνουμε δίκιο σε μικρό ή μεγαλο βαθμό.

Ωστόσο, θα ήταν  τεράστιο λάθος που για κάποιον να απορρίψει τελείως την κριτική των watchers και να βασίζεται μόνο στην δική του αξιολογική κρίση. Η αυτοκριτική αποτελεί οπωσδήποτε την πιο αντικειμενική και ταυτόχρονα σκληρή μορφή κριτικής, όμως δεν είναι αρκετή για να μας καθοδηγεί. Ο εξωτερικός παρατηρητής- watcher (εφόσον είναι κι ο ίδιος αντικειμενικός και κυρίως παρατηρεί με «καλή πίστη») μπορεί να μας υποδείξει οπτικές που προηγουμένως αγνοούσαμε. Συνεπώς η απόρριψη όλων των κριτικών εκτός από αλλαζονεία φανερώνει κι έλλειψη επαφής με την πραγματικότητα. Επομένως, λαμβάνουμε υπόψιν τις κριτικές αφού πρώτα καθορίσουμε ποιες πηγές κριτικής μας ενδιαφέρουν πραγματικά καθώς και πόση βαρύτητα θα τους δώσουμε. Έτσι, διαμορφώνουμε μια στάση που μας θωρακίζει απέναντι στους «κακούς» αλλά αποκτούμε και την ωφέλιμη συνήθεια να ακούμε προσεχτικά τους «καλούς» που επιδιώκουν την βελτίωση μας.

Υ.Γ.: Διαβάστε αυτό το άρθρο με …κριτική διάθεση αλλά προτού ασκήσετε την κριτική σας θυμηθείτε πως:

‘Any fool can criticize, condemn, and complain but it takes character and self-control to be understanding and forgiving’

Dale Carnegie (Αμερικανός συγγραφέας)

Περί κριτικής ο λογος