Η σταθερά της (γαλανόλευκης) εξίσωσης

Η σταθερά της (γαλανόλευκης) εξίσωσης

18 oλόκληρα καλοκαίρια. 273 συμμετοχές – 189 απ’αυτές με τους άνδρες. 1455 πόντοι.  7 μετάλλια: 1999 ασημένιο στο Eυρωμπάσκετ Εφήβων, 2000 χάλκινο στο Ευρωμπάσκετ Εφήβων, 2001 ασημένιο στους Μεσογειακούς αγώνες. 2002 χρυσό στο Ευρωμπάσκετ Νέων Ανδρών και MVP της διοργάνωσης.  Kαι μετά η χρυσή εποχή έφτασε. 2005, Χρυσό στο Ευρωμπάσκετ του Βελιγραδίου. 2006, ασημένιο στο Μουντομπάσκετ της Ιαπωνίας και…. παράσημο ένα τριπλό κάταγμα στο ζυγωματικό από τον Άντερσον Βαρεζάο. 2009 χάλκινο στο Ευρωμπάσκετ. Τα τελευταία χρόνια (πανάξιος) αρχηγός της εθνικής.

Δεν θέλει ερώτημα για ποιόν μιλάμε, για ποιόν μιλάει με αποθεωτικά λόγια εδώ και λίγες μέρες όλη η αθλητική και φίλαθλη σκηνή της χώρας. Ο Νίκος Ζήσης, ο απόλυτος υπηρέτης της επίσημης αγαπημένης για δέκα και βάλε χρόνια αποφάσισε να σταματήσει να τιμάει τα “γαλανόλευκα”. Όπως έκανε κάθε καλοκαίρι και σε κάθε τουρνουά. Ένας παίχτης που ενώ ξεκίνησε ως σούπερ σκόρερ από την ΧΑΝΘ και τις μικρές εθνικές ομάδες, στην πορεία εξελίχθηκε στον ολοκληρωτικό παίχτη-εργάτη. Τον άνθρωπο των ειδικών αποστολών.

Eίτε αυτό είναι να βάλει το μεγάλο σουτ:

Είτε αυτό είναι να δώσει την μεγάλη πάσα:

Όταν οι συγκυρίες τον χρειαζόντουσαν, αυτός ήταν εκεί. Ανιδιοτελής και με αυταπάρνηση. Ακόμα και στο μεγάλο και δύσκολο αγώνα της προσαρμογής στα νέα δεδομένα της μετά-2009 εποχής. Με τις αποχωρήσεις, την (τότε) νέα γενιά που ενώ έχει ταλέντο δείχνει να μην έχει το ίδιο μέταλλο με την χρυσή γενιά του 2005. Και στην ακόμα νεότερη γενιά που κάνει τώρα το step up και φοράει τα… μεγάλα παπούτσια. Κάποιος έπρεπε να είναι εκεί να τους οδηγήσει. Ο Μπουρούσης και ο Σπανούλης (αποσπασματικά) ήταν εκεί να βοηθήσουν επίσης. Ο Ζήσης όμως ήταν σταθερά παρών. Εντός γηπέδου κάνοντας μεγάλα τουρνουά και το 2014 στην Ισπανία και το παγκόσμιο αλλά και την επόμενη χρονιά στο Ευρωμπάσκετ. Αλλά και εκτός γηπέδου, παίρνοντας κάτω απ’τα έμπειρα φτερά του τον Γιάννη Αντετοκούνμπο. Συγκάτοικοι τα τελευταία καλοκαίρια, ο Γιάννης μόνο καλά λόγια έχει να λέει για την συνύπαρξή του αυτή με τον Ζήση «Είναι πολύ ωραίο να έχεις συγκάτοικο τον Ζήση. Όχι επειδή είναι ο αρχηγός, αλλά επειδή είναι απίστευτος άνθρωπος. Δεν τον ήξερα πριν προσωπικά, τον γνώρισα τώρα που ήρθα στην Εθνική και είμαι σίγουρος πως θα μάθω πάρα πολλά από εκείνον. Είναι εξαιρετικό παιδί, εξαιρετικός αρχηγός και εξαιρετικός παίκτης. Μου δίνει συνεχώς συμβουλές που αφορούν και τα όσα γίνονται μέσα στις τέσσερις γραμμές του παρκέ αλλά και έξω από αυτές».

Σωστό κείμενο αποθέωσης χωρίς αναφορά στις αγωνιστικές αρετές του δεν είναι πρέπον να υπάρξει. Δεν τον προορίζουμε για γαμπρό έτσι κι αλλιώς, η τυχερή έχει βρεθεί ήδη. Αυτά που μπορεί να δώσει μέσα στις τέσσερις γραμμές άλλωστε είναι πολύ σημαντικά. Είναι η επιτομή του εγκεφαλικού παίκτη. Δεν είναι φαντεζί. Δεν είναι Σπανούλης, δεν είναι Γκάλης. Δεν είναι καν Παπαλουκάς. Δεν είναι dominant στο μάτι. Δεν σε φοβερίζει στην άμυνα όπως ο Διαμαντίδης. Είναι όμως dominant στην ουσία. Είναι στρατιώτης. Σκυλί του πολέμου. Τίμιος. Και όλα αυτά έχοντας ένα αρκετά ανεπτυγμένο και ολοκληρωμένο μπασκετικό οπλοστάσιο, κάτι που πολλοί ξεχνάνε να υμνήσουν, όταν αναφέρονται σε αυτόν.

Είναι ο παίχτης που κάθε προπονητής θέλει στην ομάδα του. Εξ ου και το ότι εδώ και περίπου 10 χρόνια, που πήρε την απόφαση να αφήσει την Ελλάδα και την ΑΕΚ, πάντα θα υπάρχει μια ομάδα του εξωτερικού να του δώσει τις “μπαγκέτες” της, και να τις αναλάβει με επιτυχία. Όπως έκανε στην Ρωσία, την Ιταλία, την Ισπανία, την Τουρκία και εσχάτως στην Γερμανία, οπού με τον Αντρέα Τρινκέρι κατάφεραν να δημιουργήσουν στο Μπάμπεργκ μία απ’τις ευχάριστες εκπλήξεις της Ευρωλίγκας. Και όπως θα συνεχίσει να κάνει και τα επόμενα χρόνια, γιατί μπασκετικά αποθέματα προφανώς και έχει. Δεν έχει φτάσει το τέλος του δρόμου. Όχι στο συλλογικό επίπεδο τουλάχιστον. Ίσως να είναι κοντά, αλλά βενζίνη στο ντεπόζιτο υπάρχει.

Kαι φυσικά δεν πρέπει να μένουμε μόνο στα στατιστικά και αυτά που γράφει το χαρτί. Η εμφάνιση του στα παρκέ είναι μια επέκταση και της εκτός του γηπέδου εμφάνισής του. Κοντρολαρισμένος, ήρεμος, λογικός, “τετράγωνος”. Ο Ζήσης ήταν όλα αυτά τα χρόνια το αντίβαρο… λογικής που χρειάζεται μια ομάδα, ένας οργανισμός για να ισορροπεί και να διαχειρίζεται σωστά επιτυχίες και αποτυχίες, τον υπέρμετρο ενθουσιασμό και την υπέρμετρη απογοήτευση. Ίσως και γι’αυτό να μην ξεχώρισε τόσο όσο οι πιο “λαμπεροί” ομόσταυλοί του, αλλά σίγουρα (και) γι’αυτό εκτιμήθηκε τόσο (ίσως και περισσότερο) από ότι πολλοί απ’αυτούς.

Στα καλά και στα κακά, στις χαρές και τις στεναχώριες, η Εθνική ομάδα είχε πάντα μία σταθερά: Τον Νίκο Ζήση. Αυτός ήταν εκεί για να πάρει κάθε καλοκαίρι τα… βουνά και τα λαγκάδια. Και όχι για οικογενειακές διακοπές. Αν και βέβαια πάλι με οικογένεια βρισκόταν. Μια όμορφη, γαλανόλευκη οικογένεια. Και αυτός είναι ο λόγος που όλη αυτή η παρέα πήγε τόσο καλά εκείνη την χρυσή περίοδο της δεύτερης ανάστασης του Ελληνικού μπάσκετ. “Σπανούληδες” και “Διαμαντίδηδες” η εθνική ομάδα μπορεί να ξαναβρεί. Θα ξαναβρεί. Δόξα τους μπασκετικούς θεούς, αυτή η χώρα είναι καταδικασμένη να βγάζει ταλέντο στο άθλημα. Ο Γιάννης άλλωστε έρχεται με φόρα από την μακρινή πολιτεία του Ουισκόνσιν για να καλύψει και τους δύο ρόλους άμα τυχόν χρειαστεί. Το θέμα όμως είναι να βρει και έναν Ζήση. Έναν “μεγάλο” διαφορετικό απ’τους άλλους “μεγάλους”.  Τον άνθρωπο-εθνική ομάδα. Έναν ρόλο που είχε αναλάβει πριν απ’αυτόν με τεράστια επιτυχία ο “Δράκος”, ο Παναγιώτης Γιαννάκης. Την σταθερά στην εξίσωση.  Γιατί χωρίς την κατάλληλη σταθερά , η εξίσωση δεν θα λυθεί ποτέ σωστά…

Η σταθερά της (γαλανόλευκης) εξίσωσης