«Hvala ti, deda»

«Hvala ti, deda»

Γράφει ο Βαγγέλης Νάκος

Η αλήθεια είναι ότι μέχρι να φτάσει η Τετάρτη, δεν είχα καταλάβει τι με περίμενε. Μέχρι που πήρα την απόφαση να πάω στο γήπεδο, έστω και μόνος. Ένα τρέμουλο με έπιασε, την στιγμή που πήγα να ετοιμαστώ. «Απλά δεν γίνεται να μην είμαι εκεί» έλεγα στον εαυτό μου, ξανά και ξανά. Ένιωσα έναν κόμπο στο λαιμό να με βαραίνει. Θα μου περάσει λέω. Θα κάνω κάτι και θα μου περάσει. Καθώς περίμενα το λεωφορείο, θυμήθηκα στιγμές και πράγματα που έμαθα.

Η επιστροφή του. Ο θρύλος που οδήγησε τον Θρύλο στην Ρώμη το ‘97, είχε επιστρέψει. Ο Ολυμπιακός που είχε ήταν σχεδόν έτοιμος, όμως κάτι έλειπε. Εκείνη την χρονιά, το 2010-11, μείναμε εκτός φάιναλ φορ από την Σιένα, η οποία έσπασε την έδρα μας στους οχτώ, ενώ στο πρώτο παιχνίδι, ο Ολυμπιακός την συνέτριψε με 89-41. Το πρωτάθλημα επίσης χάθηκε, και στον Ολυμπιακό η κατάσταση φαινόταν να μην έχει αλλάξει καθόλου, με την ταμπέλα του loser να παραμένει κολλημένη.

Όταν ήρθε ο Ίβκοβιτς στο λιμάνι το 1996, ο Ολυμπιακός περνούσε αλλαγή πορείας. Ο Κόκκαλης είχε αποφασίσει να διώξει τον Ιωαννίδη, η ομάδα ερχόταν από δύο φάιναλ φορ χωρίς όμως να πάρει την κούπα, το ρόστερ ήταν ικανό, όμως κάτι έλειπε πάλι, κάτι που θα καταφέρει να οδηγήσει την ομάδα στην πρώτη Ευρωλίγκα της. Η θητεία του δεν ξεκίνησε ονειρικά. Μέσα σε όλο το περίεργο κλίμα, έρχονται και τα χαστούκια από τον ΒΑΟ στο
πρωτάθλημα και οι διπλές ήττες από την Άλμπα Βερολίνου στην Ευρωλίγκα. Οι πιθανότητες ήταν εναντίον του. Το ίδιο και το 2011-12, την δεύτερη χρονιά της δεύτερης θητείας του.

Μπορώ να θυμηθώ τον Ολυμπιακό εκείνο το καλοκαίρι. Στην ομάδα είχε φέρει κάτι κολλεγιόπαιδα που αλίμονο αν είχαν ιδέα που βρίσκονταν. Ανάμεσα σε άλλους, είχε φέρει και κάτι Χάινς και Αντιτς. Και αν ο δεύτερος μας ήταν γνωστός από το Ευρωπαϊκό του 2011 και τα εκπληκτικά Σκόπια που βγήκαν τέταρτα, ο πρώτος περνούσε ως αδιάφορος στην μνήμη μας. Επίσης, είχε και κάτι αμούστακα παιδιά να διαχειριστεί. Ως προπονητής, ο Ίβκοβιτς είχε την τρέλα του. Δεν ήταν αψεγάδιαστος, έκανε κι αυτός τα λάθη του. Έχει ακούσει πολλά, όμως κανείς δεν μπορεί να μην του αναγνωρίσει…

Οι σκέψεις μου διακόπτονται, καθώς ακούω χειροκροτήματα. Σηκώνομαι, και βλέπω όλο τον κόσμο να κοιτάζει στην φυσούνα. Λίγο μετά, βγήκε. Ένα σφίξιμο με έπιασε στην καρδιά. Ο κόμπος στον λαιμό βαραίνει κι άλλο. Χειροκροτώ κι εγώ σαν να μην υπάρχει κάτι άλλο μετά από αυτό, σαν να είναι το τελευταίο δυνατό χειροκρότημα. Θα μου πεις, έτσι είναι. Αλλά επέτρεψε μου να ολοκληρώσω τις σκέψεις μου.

Ο Ντούντα πήρε έναν Ολυμπιακό χαμένο. Γεμάτο ταλέντο, όμως προχωρούσε από ένστικτο. Και ο Ντούντα έδωσε την κατεύθυνση. Έτσι έκανε το 1997, έτσι έκανε και το 2012. Μα πάνω απ’ όλα, έδωσε στον Ολυμπιακό την ευρωπαϊκή ταυτότητα του, αυτή που του άρμοζε. Και όταν τον χρειάστηκε η ομάδα, ήρθε. Και όταν χάθηκε και τον χρειάστηκε πάλι, αυτός επέστρεψε και οδήγησε την ομάδα πίσω στον δρόμο της, εκεί που την έβαλε ο μεγάλος Ντούντα. Αυτός, που πήρε τον τεράστιο Ριβερς και τον έκανε φονική μηχανή. Αυτός, που πήρε κάτι αμούστακα παιδιά, ονόματι Σλούκας, Παπανικολάου, Μάντζαρης, τα έβαλε δίπλα στους Πρίντεζη και Σπάνουλη και με την βοήθεια των μεγάλων ξένων Αντιτς, Χάινς και Λο, έγραψαν το έπος της Πόλης. Αυτός είναι ένας μεγάλος προπονητής, κυρίες και κύριοι. Και δεν ανέφερα ούτε το ένα δέκατο από όσα έκανε στην τεράστια καριέρα του. Θα χρειαζόμουν μέρες για να γράψω κάτι τέτοιο.

«Hvala ti, deda»

Όχι, αυτό το κείμενο το γράφω ως ένας φίλος του Ολυμπιακού που αγάπησε το μπάσκετ χάρη σε αυτόν εδώ τον κύριο. Και το μεγαλύτερο ευχαριστώ είναι όχι για την περηφάνια που νιώσαμε, ούτε για τα ουρλιαχτά μου στο πεταχτάρι του Πρίντεζη. Είναι γιατί αυτή η ομάδα θα είναι πρότυπο για τις επόμενες γενιές, κύριε Ντούντα. Η ομάδα σου, δίδαξε μπάσκετ. Και νιώθω τιμή που είναι η δική μου ομάδα. Η δική μας ομάδα. Γιατί κι εσύ έσπασες τον κανόνα σου και επέστρεψες, ενώ δεν το έκανες ποτέ. Είσαι ένας από εμάς, μεγάλε Ίβκοβιτς. Και αν ο Γκάλης μας δίδαξε το μπάσκετ σαν άθλημα, εσύ μας δίδαξες το μπάσκετ σαν επιστήμη. Γι’ αυτό όλοι θα σου είμαστε πάντα ευγνώμονες.

Όταν μπήκες στην φυσούνα, ένιωσα τον κόμπο στον λαιμό να γίνεται αφόρητα βαρύς. Και τώρα βρίσκομαι εδώ, να γράφω κατεβατά που ελπίζω να βγάζουν νόημα, μήπως και καταφέρω να βγάλω όσα ένιωσα εκείνη την στιγμή. Η αυλαία έπεσε. Ο μπασκετικός “παππούς” μου, έφυγε. Είχες την ανησυχία μην σε είχε ξεπεράσει το μπάσκετ. Το είχες δηλώσει και ο ίδιος. Όμως, είχες άδικο. Και δεν ξέρω αν εμείς θα καταφέρουμε να σε ξεπεράσουμε, μεγάλε δάσκαλε. Προς το παρόν, θα κλείσουμε μία εποχή και θα χειροκροτήσουμε, μέχρι να μαζευτεί η φυσούνα. Και μετά θα καταλήξουμε στον ηλεκτρικό, σκυθρωποί. Το έβλεπα στα κόκκινα μάτια μεγάλων αγοριών που έσκυβαν το κεφάλι τους. Το έβλεπα στην δική μου αντανάκλαση στο τζάμι του ηλεκτρικού. Για όλα αυτά τα σκυμμένα κεφάλια, για όλες αυτές τι θλιμμένες μορφές, στριμωγμένες στα βαγόνια, δεν θα φύγεις ποτέ. Θα είσαι πάντα ο δάσκαλος. Γι’ αυτό θα είσαι πάντα ο μεγαλύτερος όλων του συλλόγου. Για όλα αυτά, hvala ti, deda. Σε ευχαριστούμε, παππού.

Κλείνω το άρθρο, ελπίζοντας να μην κούρασα. Ευτυχώς, νιώθω τον κόμπο στον λαιμό να γίνεται ελαφρύτερος. Κάτι είναι κι αυτό. Ναι. Και καθώς ο κόμπος λύνεται, μένει μία σκέψη.

Σε ένα ευρωπαϊκό μπάσκετ που εξωγενείς και ενδογενείς παράγοντες το μικραίνουν μέρα με την μέρα, η απουσία ανθρώπων σαν κι εσένα θα είναι τεράστια. Και δεν ξέρω αν θα μας λυγίσει όλο αυτό. Καληνύχτα, φωνάζεις. Καληνύχτα και καλή τύχη.