Άμυνα, το εθνικό μας σπορ

άμυνα

Οι εθνικές μας ομάδες στην συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεών τους παρουσιάζουν σύνολα με αμυντικό προσανατολισμό. Το εν λόγω κείμενο αποτελεί μία προσπάθεια να κατανοήσουμε τους λόγους, για τους οποίους το αθλητικό οικοδόμημα της Ελλάδας στηρίζεται στις έννοιες της άμυνας, της σκληράδας και της αυτοθυσίας. Ανατρέχουμε στις θριαμβευτικές εκδοχές του συγκεκριμένου μοντέλου στο παρελθόν, παρατηρούμε τις αποτυχημένες προσπάθειες των τελευταίων χρόνων και αναλύουμε τις δυσκολίες προσαρμογής στα νέα δεδομένα.

Λόγοι

Το πρώτο πράγμα που θα σκεφτόταν κάποιος σαν εξήγηση του παραπάνω φαινομένου θα ήταν η χαμηλή ποιότητα των ακαδημιών των ελληνικών ομάδων. Και δεν θα είχε άδικο. Το επίπεδο των ακαδημιών των περισσοτέρων ομάδων βρίσκεται κάτω του μετρίου. Η πλειοψηφία των ισχυρών συλλόγων αδιαφορούσε πολλά χρόνια για τα κλιμάκια τους, δίνοντας ελάχιστες ευκαιρίες σε νέους αθλητές. Αν κι αυτό το φαινόμενο έχει μειωθεί αρκετά, με την κρίση των τελευταίων ετών να αναγκάζει τις ομάδες να ασχοληθούν περισσότερο με τις ακαδημίες τους λόγω οικονομικών δυσκολιών, απέχουμε πολύ σαν χώρα από την απόκτηση ποιοτικών φυτωρίων. Και αυτό γιατί το μεγαλύτερο «αγκάθι» κρύβεται στην λογική και τον τρόπο εκμάθησης του οποιουδήποτε αθλήματος.

Οι προπονητές μπολιάζουν από πολύ νωρίς τα παιδιά με τον μικρόβιο της νίκης. Το αποτέλεσμα γίνεται αυτοσκοπός, υπερκαλύπτοντας την αναγκαιότητα για σωστή και βαθιά γνώση του αθλήματος. Σε αυτήν την λογική, οποιοδήποτε ταλέντο επισκιάζεται και την θέση του παίρνει κάποιος αθλητής που θα ενσωματωθεί στο σύστημα, θα τρέξει και θα παίξει άμυνα. Αποκλείοντας και εγκλωβίζοντας έτσι οποιοδήποτε έμφυτο επιθετικό ταλέντο και μεταδίδοντας στους αθλητές από μικρή ηλικία την σπουδαιότητα μόνο της άμυνας, είναι λογικό να αναπτυχθεί ένα αντίστοιχο μοντέλο στις εθνικές ομάδες. Το τετριμμένο μότο «η επίθεση κερδίζει παιχνίδια, η άμυνα κερδίζει πρωταθλήματα» οδήγει από νεαρή ηλικία κάθε αθλητή της χώρας μας.

Ο μικρός αριθμός πληθυσμού της Ελλάδας έρχεται να ενισχύσει την δυσκολία ανεύρεσης επιθετικών ταλέντων. Προφανώς μία μικρή πληθυσμιακά χώρα έχει λιγότερες πιθανότητες να εμφανίσει κάποιον ταλαντούχο αθλητή από κάποια μεγαλύτερη. Εννοείται πως υπάρχουν φωτεινές εξαιρέσεις και πως η σωστή λειτουργία και δομή των ακαδημιών αυξάνουν τις πιθανότητες.  Στην Ελλάδα, όμως, των 11 εκατομμυρίων και των προβληματικών ακαδημιών, το πρόβλημα γιγαντώνεται.

Επιχειρώντας να εμβαθύνουμε και να ξεφύγουμε από το καθαρά αγωνιστικό υπόβαθρο, θα προσπαθήσουμε να αναζητήσουμε τους λόγους αυτής της αθλητικής αμυντικογενής προσέγγισης σε θέματα κουλτούρας και νοοτροπίας. Σε ένα άρθρο του Γεώργιου Μπαμπινιώτη με τίτλο «Η παιδεία ως εθνική άμυνα» αναλύεται ο πρωταρχικός ρόλος που πρέπει να έχει η υπεράσπιση και διατήρηση των κεκτημένων στην χώρα μας. Ο περίφημος γλωσσολόγος, προφανώς, αναφέρεται στην στρατιωτική, θεσμική και πολιτισμική άμυνα της χώρας μας και όχι στην άμυνα που πρέπει να στήσει ο Σκίμπε ή ο Σκουρτόπουλος. Ο γνωστός φιλόλογος παρατηρεί μία γενικότερη νοοτροπία που πρέπει να διαθέτουμε (και διαθέτουμε) σαν λαός. Γίνεται εύκολα αντιληπτό πως μία γενικότερη νοοτροπία μιας κοινωνίας αντικατοπτρίζεται και στον αθλητισμό της. Κι αυτό γιατί ο αθλητισμός δεν είναι τίποτα άλλο, παρά ένας ακόμα καθρέφτης της.

Η ενδόμιχη πρωταρχική θέληση, που εμφάνιζε ανέκαθεν η χώρα μας, να αμυνθεί και να προφυλάξει τα κεκτημένα της, έχει μεταφερθεί εξ’ολοκλήρου στην αθλητική κουλτούρα μας. Σε αυτό συνδράμει και η παιδεία της χώρας μας, η οποία έχει σαν βασικό πυλώνα την εκμάθηση της αξίας της εξασφάλισης των κεκτημένων. Αυτό διαχέεται, προφανώς, στο σύνολο της κοινωνίας, διαμορφώνει την γενικότερη κουλτούρα της, άρα και την αθλητική.

Παρατηρείται, βέβαια, και ένα οξύμωρο γεγονός ανάμεσα στην κοινωνική και την αθλητική μας κουλτούρα. Το «επιθετικό» ταπεραμέντο και η γενικότερη επιπολαιότητα που μας διακατέχει δεν έχει μεταφερθεί στην αθλητική μας νοοτροπία. Η συντηρητική και συγκρατημένη προσσέγγιση των καταστάσεων, που συναντάμε στον ελληνικό αθλητισμό, δεν συμβαδίζει με την εκρηκτική αντιμετώπιση των κοινωνικών ζητημάτων.

Οι επιτυχίες του παρελθόντος

Ποδόσφαιρο

Euro 2004

Η αλήθεια είναι πως το συγκεκριμένο στυλ παιχνιδιού έφερε πολλές επιτυχίες στην χώρα μας και σε αρκετά αθλήματα. Αρχίζοντας από τον βασιλιά των σπορ, η εθνική μας ομάδα ποδοσφαίρου κατάφερε για περίπου 10 χρόνια να βρίσκεται στην παγκόσμια ελίτ. Με τον θρίαμβο του 2004 και την κατάκτηση του ευρωπαϊκού πρωταθλήματος, η εθνική  μας μπήκε σφήνα στις παραδοσιακές δυνάμεις του αθλήματος. Το Euro 2004 αποτέλεσε την αποθέωση του αμυντικού ποδοσφαίρου. Η ιστορία συνεχίστηκε για τα επόμενα χρόνια με συνεχείς προκρίσεις στις τελικές φάσεις ευρωπαϊκών και παγκόσμιων πρωταθλημάτων.

Μπάσκετ

eurobasket

Μεταφερόμαστε στο άθλημα της «σπυριάρας». Το ελληνικό μπάσκετ έχει καταφέρει, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, να βρίσκεται ανάμεσα στις παραδοσιακές σχολές του αθλήματος. Το διάβασμα του αντιπάλου, η αμυντική προσήλωση και συγκέντρωση, ο έλεγχος του ρυθμού αποτελούν απραβίαστες αρχές του λεγόμενου «σκεπτόμενου μπάσκετ», το οποίο πρεσβεύει η χώρας μας. Βασισμένη σε αυτές τις αρχές, η εθνική μας ομάδα έκανε το θαύμα του 1987, το οποίο αποτελεί τον φάρο του ελληνικού μπάσκετ. Με την κορύφωση του «σκεπτόμενου μπάσκετ» από την «επίσημη αγαπημένη», η εθνική Ελλάδας σήκωσε το ευρωπαϊκό στο Βελιγράδι, πέτυχε τον άθλο απέναντι στους Αμερικάνους, και κατάφερε να πάρει την 3η θέση στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα του 2009.

Πόλο

Άμυνα, το εθνικό μας σπορ

Στο πόλο, αντίστοιχα με τα προαναφερθέντα αθλήματα, η εθνική μας χρησιμοποιεί την άμυνα της ως το βασικό της όπλο.  Οι επιτυχίες και τα μετάλλια στα παγκόσμια λιγκ και πρωταθλήματα (1997, 2004, 2005, 2006, 2015) έχουν έρθει κυρίως λόγω της αμυντικής προσπάθειας των παικτών. Αυτό ίσχυε και συνεχίζει να ισχύει και στην πιο σύγχρνη ιστορία της ομάδας, επι Θοδωρή Βλάχου στο τιμόνι της. Προτεραιότητα της εθνική εξακολουθούν να είναι τα μετόπισθεν.

Τα τελευταία «πέτρινα χρόνια»

Άμυνα, το εθνικό μας σπορ

Στα παραπάνω αθλήματα παρατηρείται μία ταυτόχρονη παρακμή. Το πόλο, βέβαια, με το μετάλλιο του 2015 και την 4η θέση στο παγκόσμιο πρωτάθλημα του 2016 θα ήταν άδικο να πούμε πως βρίσκεται σε παρακμή. Εστιάζοντας, λοιπόν, στους δύο βασικούς πυλώνες του ευρωπαϊκού αθλητισμού, φαίνεται να κάνουμε βήματα προς τα πίσω και στα δύο αθλήματα. Από την μία στο ποδόσφαιρο, αδυνατούμε να περάσουμε στις τελικές φάσεις του τελευταίου ευρωπαϊκού και παγκόσμιου πρωταθλήματος, βάζοντας τέλος στην αδιάκοπη συμμετοχή μας στις τελικές φάσεις από το 2004 μέχρι και το 2014 με εξαίρεση το Μουντιάλ του 2006. Από την άλλη στο μπάσκετ οι συνεχόμενες επιτυχίες της τετραετίας 2005 – 2009 διεκόπηκαν για άγνωστο χρονικό διάστημα, αφού μετράμε αισίως 8 συνεχόμενα χρόνια εκτός τετράδας.

Η δύσκολη προσαρμογή στα νέα δεδομένα

Άμυνα, το εθνικό μας σπορ

Από άλλη μία μεγάλη διοργάνωση θα είναι απούσα η Εθνική ομάδα ποδοσφαίρου

Ο βασικότερος λόγος των αποτυχιών που βλέπουμε τα τελευταία χρόνια είναι η δυσκολία που παρουσιάζουμε να προσαρμοστούμε στα νέα δεδομένα. Τα αθλήματα εξελίσσονται και αλλάζουν. Αναφερόμενοι ξανά σε μπάσκετ και ποδόσφαιρο, αφού το πόλο καταφέρνει και στέκεται ακόμα στο υψηλότερο επίπεδο, αδυνατούμε να ακολουθήσουμε τις εξελίξεις. Και τα δύο αθλήματα πάνε σε πιο γρήγορους ρυθμούς και δίνουν μεγαλύτερη έμφαση στην επίθεση. Το «ταλέντο» φαίνεται να παίρνει πια τον πρωταγωνιστικό ρόλο που πρέπει να κατέχει. Η ταχύτητα χαρακτηρίζει πλέον και τα δύο αθλήματα. Και με τον όρο ταχύτητα δεν εννοούμε το πόσο γρήγορος είναι ένας παίκτης, αλλά την ταχύτητα σκέψης και την ταχύτητα εκτέλεσης των συστημάτων και των αυτοματισμών μίας ομάδας.

Όλα τα παραπάνω απαιτούν βαθιά γνώση του αθλήματος, εν γένει επιθετικό ταλέντο και σοβαρή λειτουργία των ακαδημιών. Στα περισσότερα απ’αυτά η χώρα μας έχει ελλείψεις και κενά. Προσκωλημένοι σε έναν ξεπερασμένο, πλέον, τρόπο παιχνιδιού, δεν μπορούμε να ανταποκριθούμε στις νέες απαιτήσεις. Το αναχρονιστικό αγωνιστικό προφίλ που διαθέτουμε δεν τρομάζει και αδυνατεί να φέρει τις αντίστοιχες επιτυχίες του παρελθόντος.

Με την τεχνολογία να παίζει τεράστιο ρόλο πλέον στον παγκόσμιο αθλητισμό και με τις περισσότερες ομάδες να αναγάγουν σε επιστήμη την λειτουργία του συνόλου τους, η Ελλάδα φαίνεται να μην μπορεί να συμβαδίσει. Όπως και στις περισσότερες κοινωνικές, πολιτικές και τεχνολογικές εξελίξεις εμφανίζουμε αργά αντανακλαστικά, έτσι συνέβη και στην περίπτωση του αθλητισμού. Η καθυστερημένη αντίληψη και η ακόμα πιο καθυστερημένη ενσωμάτωση καινοτομιών έκαναν την εμφάνιση τους και στον αθλητικό τομέα, δημιουργώντας ένα μεγάλο κενό, το οποίο πρέπει να καλύψουμε για να ξαναβάλουμε το τρένο του ελληνικού αθλητισμού στις ράγες του.