Η επιστροφή των “Baby Bulls” και η κατάρα του Hometown Kid

Chicago Bulls

Μετά από πολύ καιρό, η ομάδα των Chicago Bulls επέστρεψε για λίγο στην πρώτη θέση της επικαιρότητας. Αφού ηρέμησε η όλη βαβούρα με το που θα πάει ο LeBron (λες και θα πάρει δαχτυλίδι φέτος με αυτά που μάζεψαν οι Dubs πάλι), μπορέσαμε και εμείς οι ξεχασμένοι από τον θεό που στηρίζουμε εν γνώση μας την ομάδα της «πόλης των Ανέμων» και υπομένουμε στο προβληματικό αυτό front office (don’t mind me, υπάρχει πίκρα ετών μαζεμένη) να επικεντρωθούμε στο πως θα πορευτεί η ομάδα του Fred Hoiberg την σεζόν που θα ξεκινήσει το φθινόπωρο.

Ξεκινάμε από τα καλά. Η ομάδα φαίνεται πως επιτέλους κινείται σε μία συγκεκριμένη λογική. Προχωρώντας στην απόλυση του Tom Thibodeau και στην πρόσληψη του “δήμαρχου της Iowa” Fred Hoiberg το 2015, πολλοί κάνανε λόγο για μία νέα εποχή Tim Floyd. Για να μπουν τα πράγματα σε ένα πλαίσιο, ο Floyd ήταν ο προπονητής που προσέλαβε το 1998 ο τότε GM της ομάδας, Jerry Krause, για να ηγηθεί της ημέρας μετά την Δυναστεία του Jordan. Ο Floyd ήταν και εκείνος προπονητής στο Iowa State πριν τους Bulls και τα 3 χρόνια στα οποία κάθισε, ήταν τελικά μία μεγάλη αποτυχία. Ο τέταρτος χρόνος τον βρήκε να απολύεται, αφού κατάφερε να κάνει άνω κάτω την μισή ομάδα και αδιαμφισβήτητα, η εποχή του χαρακτηρίζεται ως μία από τις χειρότερες στην ιστορία του franchise. Οι δύο προσλήψεις έχουν αρκετά όμοια στοιχεία όπως μπορεί να γίνει κατανοητό (τέλος καλής era για την ομάδα, άγνωστος προπονητής, Iowa State, σύνδεση με τον GM της ομάδας) και ήταν λογικό ο Mayor Fred να βρεθεί στο στόχαστρο πριν καν καλά καλά ξεκινήσει τη δουλειά του. Δεν έχει νόημα να αναφέρουμε το τι έχει γίνει από το 2015 ως σήμερα, αλλά σε γενικές γραμμές το κλίμα ήταν στραβό, το φαγε και ο γάιδαρος. Ο Fred είναι ένας συμπαθής μεν, αλλά πολύ ήρεμος χαρακτήρας δε, κάτι που κάνει πολύ δύσκολο το να διαχειριστεί αστέρες και ονόματα, τα οποία θεωρούν τον εαυτό τους μεγαλύτερα του προπονητή τους. Μετά από δύο χρόνια τριγμών, η προσγείωση ήταν απότομη πέρυσι, με την ανταλλαγή του Jimmy Butler στους Timberwolves και την μετάβαση της ομάδας σε εποχή rebuilding. Αλλά από κει και πέρα ξεκινάνε τα καλά.

Ένα αρκετά προβληματικό Front Office, αυτό των Gar Forman και John Paxson, που τα δύο πρώτα χρόνια είχε δημιουργήσει για τον Hoiberg μία κατάσταση στην οποία ήταν τελεσίδικο να αποτύχει, έκανε επιτέλους κινήσεις που εξυπηρετούν το πλάνο του προπονητή του. Ούτε εγώ ήμουν φαν της ανταλλαγής Butler, αλλά από την στιγμή που διαλέγεις τον κόουτς αντί του σταρ σου, φρόντισε να το κάνεις μέχρι τέλους. Ο Hoiberg είναι ένας προπονητής που στο Iowa State έδειξε μία ικανότητα να παίρνει πράγματα από παίκτες μέτριας ικανότητας και ταλέντου και αυτό δεν του παραγνωρίζεται. Έχει ένα συγκεκριμένο τρόπο παιχνιδιού που στηρίζεται σε διαρκή κίνηση, πάσες, κοψίματα και το σημαντικότερο καλό spacing μεταξύ των παικτών. Το να έχεις σε μία ομάδα μόνο ball dominant παίκτες, δηλαδή παίκτες που θέλουν την μπάλα στα χέρια τους για να αποδώσουν, όπως ήταν η backcourt των Rose-Butler ή αυτή των Rondo-Wade-Butler (ακόμα χειρότερα), προφανώς και κατάστρεφε τις όποιες πιθανότητες σωστού spacing.

Για πρώτη φορά πέρυσι (σε μία χρονιά tanking) είδαμε ψήγματα του περίφημου “Hoiball”. To δίδυμο Lauri Markkanen – Nikola Mirotic στο 4 και η ικανότητα και των δύο να ανοίξουν στο τρίποντο και να ξεχειλώσουν την αντίπαλη άμυνα, σε συνδυασμό με την έλλειψη σούπερσταρ που να θέλει την μπάλα διαρκώς στα χέρια του, δημιούργησαν μία ομάδα που όταν έπαιζε (γιατί είπαμε, rebuilding, ή ακόμα πιο ακριβέστερα tanking) απέδιδε ένα όμορφο και κάποιες φορές αποτελεσματικό μπάσκετ. Δυστυχώς το ταλέντο των Bulls ήταν αρκετό για να μην πετύχει απόλυτα τον σκοπό της η tanking season και να καταλήξει τελικά η ομάδα με το #7 του draft (συν το pick των Pelicans από την ανταλλαγή Mirotic, το #21) και να χάσει κάποια από τα τεράστια ταλέντα του Top 5 του φετινού draft.

Η επιστροφή των "Baby Bulls" και η κατάρα του Hometown Kid

Όμως στο draft συνεχίστηκαν οι σωστές επιλογές (ΣΟΚ). Η επιλογή του Wendell Carter Jr. στο #7 αποτελεί επιλογή ενός ιδανικού παίκτη για να παίξει δίπλα στον Lauri. O Carter έχει μία απίστευτη ικανότητα να παίρνει διαρκώς τις σωστές αμυντικές τοποθετήσεις (επομένως μιλάμε για παίκτη με υψηλό μπασκετικό IQ), διαθέτει μια εξαιρετική ευκινησία για το μέγεθος του, κάτι που τον βοηθάει να αντιμετωπίσει ακόμα και περιφερειακούς σε καταστάσεις αλλαγών (μέχρι ενός σημείου προφανώς), ενώ μεγάλο του αμυντικό προσόν είναι το μήκος του, το οποίο αντικατοπτρίζεται στην ικανότητά του να μοιράζει τα κοψίματα δεξιά και αριστερά(Το προσωνύμιο “The Block Panter” είναι εύκολα το καλύτερο της φετινής draft class, να τα λέμε κι αυτά). Οι αμυντικές του αρετές μπορούν να βοηθήσουν αρκετά έναν παίκτη που έχει τα θεματάκια του στο αμυντικό κομμάτι, όπως είναι ο Markkanen, να τα «κρύψει», ειδικά αν ο Φινλανδός χρησιμοποιήσει το δεδομένο μπασκετικό IQ του για να «εκμεταλλευτεί» την βοήθεια που μπορεί να του προσφέρει έναν τόσο καλός αμυντικός σε συγκεκριμένες καταστάσεις.

Το πραγματικά ενδιαφέρον όμως είναι η επίθεση. Ο WCJ είναι ένα stretch πεντάρι. Στην επίθεση του Hoiberg αυτό (θεωρητικά) είναι ιδανικό στοιχείο να έχει κάποιος. Σε βίντεο που ανέβηκε προχθές από το Advocate Center, προπονητικό κέντρο των Bulls, φαίνεται πως ακόμα και ο Robin Lopez κάθεται και δουλεύει το τρίποντό του από την γωνιά, οπότε μπορείτε να καταλάβετε πως θα κινείται η φετινή επίθεση των Bulls. O Carter σούταρε με 41% από το τρίποντο πέρυσι με το Duke, και έχει ένα αρκετά καλό παιχνίδι από μακριά, καθώς είναι αθλητικός, γρήγορος και το σημαντικότερο, γνώστης των fundamentals. Μπορεί να ανοίξει την αντίπαλη άμυνα, να εκμεταλλευτεί το μέγεθός του, να τρέξει στον αιφνιδιασμό. Θα μου πείτε γιατί έπεσε στο #7 τότε; Τα κάνει όλα εξαιρετικά, αλλά δεν έδειξε ότι μπορεί να κάνει κάποιο από αυτά σε “elite” βαθμό. Αυτό θεωρητικά κατεβάζει το πιθανό ταβάνι του, ειδικά σε σύγκριση με τον συμπαίκτη του στο Duke, Marvin Bagley ή τον Μο Bamba. Ίσως ο λόγος ότι ο Bagley ήταν διαρκώς στο spotlight της ομάδας του Coach K πέρυσι να “έκρυψε” τον Carter και να μην έδειξε έτσι πραγματικά όσα μπορεί να κάνει, αλλά αυτό δεν αποκλείεται να είναι και ευλογία για τους Bulls, οι οποίο να έκαναν ένα από τα steals του φετινού draft. Τουλάχιστον αυτά δείχνει η Summer League.

Από την άλλη, τα πράγματα με τον Cameron Hutchison είναι πιο ξεκάθαρα. Σταθερός 3&D παίκτης, με χαμηλό ταβάνι αλλά υψηλή βάση. Μπορεί εύκολα να εξελιχθεί σε έναν χρήσιμο ρολίστα τύπου Ariza και σίγουρα ήταν ένα pick που εξυπηρετεί με την “ασφάλειά” του το πλάνο του Hoiberg, δεν χρειάζεται να πλατειάζουμε σε αυτό.

Τα δύο αυτά picks και η ύπαρξη των Kris Dunn(24), Lauri Markkanen (21), Zach LaVine (23), Bobby Portis (23) και πλέον και του Jabari Parker (23) στο ρόστερ, δημιουργούν έναν νεαρό κορμό παικτών, οι οποίοι θεωρητικά θεωρούνται όλοι αξιόλογοι και με αρκετά περιθώρια βελτίωσης. Ίσως να μιλάμε για τους καινούργιους “Baby Bulls”, φουρνιά ανάλογη με εκείνη που είχε εμφανιστεί στο Chicago στα μέσα της περασμένης δεκαετίας, με Kirk Hinrich, Ben Gordon, Luol Deng, Tyson Chandler και Eddy Curry . Μια ομάδα πολύ fun to watch, με τεράστιο ταλέντο, μεγάλες προοπτικές, αλλά όχι ανάλογη συνέχεια. Στην τωρινή φουρνιά βλέπουμε τέσσερις παίκτες με potential για τουλάχιστον 15 πόντους μέσο όρο (Markkanen, LaVine, Parker, Carter αν και κάποιος λογικά θα “θυσιαστεί” για το κοινό καλό), δύο παίκτες με potential για All-NBA αμυντικές ομάδες (Dunn, Carter) και έναν παίκτη που φέρνει την βαριά ταμπέλα του “Hometown Kid”, μια ταμπέλα που σε αυτήν την ομάδα αποτελεί ευχή και κατάρα, τον Jabari Parker.

Η ιστορία των “hometown kids” ξεκινάει από την πρώτη εποχή των “Baby Bulls”, με την επιλογή του θηριώδους σέντερ Eddy Curry. O Curry ήταν ένας παίκτης με προσόντα ανάλογα του Shaquille O’Neal, αλλά με καριέρα που δεν έφτασε ούτε κατά διάνοια το 1/10 αυτής του Big Shaq. O σέντερ από το Ιλινόι ήρθε απευθείας από το λύκειο στον κόσμο του NBA, γεμίζοντας με ελπίδες τον κόσμο των Bulls, ειδικά όταν έγινε ο πρώτος Ταύρος μετά τον Jordan που ήταν μπροστάρης της λίγκας σε μία στατιστική κατηγορία (ποσοστό εντός πεδιάς), όμως κάτι τα προβλήματα υγείας, κάτι το ότι δεν ήταν και το πιο… εύκολο άτομο στον κόσμο, γεγονός που ο ίδιος αποδίδει στο ότι δεν έζησε ποτέ την εμπειρία του Κολλεγίου ώστε να ωριμάσει, οδήγησαν αυτές τις ελπίδες σε τζίφο.

Δεύτερος στη σειρά ο Derrick Rose. Το κεφάλαιο αυτό ας το περάσουμε καλύτερα, είναι γνωστό και πονάει, όχι μόνο την αφεντιά μου, ή τους φίλους των Bulls, αλλά κάθε φίλο του αθλήματος. Μαζί με τον Brandon Roy μιλάμε μάλλον για τα δυο μεγαλύτερα what ifs της τρέχουσας χιλιετίας. Τρίτος στην σειρά ήταν ο Dwyane Wade, άλλο ένα τέκνο της πόλης των Ανέμων, ο οποίος έκανε μία επικών διαστάσεων αρπαχτή στην πόλη του. Κάθισε ένα χρόνο, έπαιξε συμπαθητικό μπάσκετ, πληρώθηκε σαν να είναι 28 ετών και όχι 34, και αφού πήρε και ένα γερό buy out, επέστρεψε (μέσω Cleveland) πίσω στο Miami κύριος, με το μεγαλύτερο impact του σε αυτόν τον ένα χρόνο στο Chicago ήταν η (σημαντική) προσφορά του στην τοπική κοινωνία μέσω της καμπάνιας του “#SpotlightOn” για την βοήθεια των νεαρών ατόμων που μεγαλώνουν στις αφιλόξενες γειτονιές της πόλης και το γεγονός ότι μύησε τον Jimmy Butler στο καλό κρασί.

Ο Jabari Parker επιστρέφει στην πόλη έχοντας ήδη βιώσει τις δυσκολίες των απανωτών τραυματισμών που τον ανάγκασαν να χάσει αρκετούς μήνες που θα μπορούσε να εξελίξει το παιχνίδι του, που τον έχουν “βαρύνει” ως σκαρί (παρά το γεγονός ότι παραμένει αρκετά αθλητικός) και που εσχάτως τον αναγκάζουν να παίξει ως 4 παρά ως 3. Τα homecomings δεν πάνε καλά για τους Bulls, και τόσο ο Jabari όσο και η ομάδα του Chicago ποντάρουν στο ότι (αν και οι πιθανότητες δεν είναι με το μέρος τους) αυτό μπορεί να αλλάξει. Είναι δεδομένο πως ο Parker ξέρει μπάσκετ, το έδειξε και με το που επέστρεψε, όμως το να μπει στην κατάσταση που είναι να παίξει στο 3, μία θέση στην οποία θα εκτίθεται day in day out από τα γρηγορότερα και δυνατότερα τριάρια, δεν πρόκειται να δουλέψει (Ως τριάρι, ο Jabari δίνει 25.6 στην κλίμακα PER στους αντιπάλους του, με το league average να βρίσκεται στο 15. Δεν το λες καλό) . Όπως δεν πρόκειται να πληρώνουν οι Bulls 20 εκατομμύρια την αλλαγή του Markkanen. Γι’ αυτόν τον λόγο ο Jabari θα χρειαστεί αυτό το καλοκαίρι (ελπίζω τουλάχιστον) να γίνει πιο lean. Να δυναμώσει ακόμα περισσότερο τον πυρήνα του, να χάσει κιλά και να κερδίσει εκρηκτικότητα, ώστε τουλάχιστον να είναι αμυντικά μέτριος. Επιμένω πως η καλύτερη εκδοχή του Jabari μπορεί να προκύψει με αυτόν στο 3 και όχι στο 4, άσχετα που απέδωσε αρκετά καλά στους Bucks ως τέτοιο.

https://www.youtube.com/watch?v=jxsIV-2cCec

Από την άλλη, ο Hoiberg καλείται πλέον να λύσει την αμυντική μαύρη τρύπα που λέγεται “φτερά με LaVine – Parker ταυτόχρονα”. Η ομαδική λειτουργία της άμυνας των Bulls πρέπει να είναι τέλεια και πάλι κανείς δεν εγγυάται ότι σε μία λίγκα με αρκετά διαδεδομένα τα isolations και το 1-με-1 παιχνίδι θα βοηθήσει πολύ η ομαδική άμυνα, η οποία μπορεί να καλύψει μέχρι ενός σημείου τις ατομικές αδυναμίες. Από την άλλη, προβληματίζει το γεγονός ότι μετά από το πάθημα με τον Derrick Rose, οι Bulls πάνε σε ζευγάρωμα στο 2-3 με 3 χειρουργημένα γόνατα. Στο σπίτι του κρεμασμένου δεν μιλάνε για σχοινί, όμως σίγουρα μια ολόκληρη πόλη θα εύχεται για μια φορά εδώ και πολλά χρόνια, να έχει την τύχη με το μέρος της. Το μόνο σίγουρο είναι ότι επιθετικά, όλο αυτό θα είναι πολύ πολύ ενδιαφέρον και πολύ πιθανώς να είναι και όμορφο. Τα όνειρα για playoffs απέχουν ακόμα (θα φανεί εκεί κοντά στα Χριστούγεννα), όμως για πρώτη φορά μετά από μήνες ο ενθουσιασμός επιστρέφει στην ομάδα των Bulls και αν μη τι άλλο, η φετινή χρονιά αναμένεται με ιδιαίτερη ζέση. Ιδιαίτερα για το ζευγάρι Markkanen – Carter Jr.