Growing pains : Οι Chicago Bulls βρίσκουν ( ; ) το μέλλον τους

Bulls

Το NBA βρίσκεται ίσως στην πιο “ρευστή” φάση της σύγχρονης ιστορίας του. Διαβάζοντας το πρόσφατο άρθρο του SB Nation σχετικά με τον “θάνατο” του long term planning, συνειδητοποιείς ότι όντως, είναι ελάχιστες οι ομάδες που ασχολούνται με ένα σχέδιο το οποίο απαιτεί υπομονή και χτίσιμο για παραπάνω από 2-3 χρόνια. Σήμερα, θα μιλήσουμε για μία από αυτές και για το πως έπειτα από χρόνια λαθών, ίσως αυτή τη φορά, το πλάνο να έχει ένα λογικό “end game”. Φυσικά μιλάμε για τους Chicago Bulls.

Οργανωτική σταθερότητα ή απλώς μετριότητα;

Growing pains : Οι Chicago Bulls βρίσκουν ( ; ) το μέλλον τους

Σε ένα πρωτάθλημα το οποίο διαρκώς βρίσκεται σε κίνηση, σε αλλαγές και που καμία θέση (σχεδόν) δεν είναι ασφαλής, το Chicago παρουσιάζει ένα από τα πιο “safe” περιβάλλοντα δουλειάς για Front Office. Αν και έχουμε δει τρεις αλλαγές προπονητή από το 2015 και έπειτα, ουδέποτε έχει πέσει στο τραπέζι, ούτε καν ως φήμη, ότι η θέση των John Paxson (Vice President of Basketball Operations) και Gar Forman (General Manager) είναι επισφαλής. Οι δύο ισχυροί άνδρες του οργανισμού συμπληρώνουν 10 χρόνια ως δίδυμο, καθώς το 2009 ο Gar Forman (o οποίος βρισκόταν στην ομάδα από το 1998) πήρε προαγωγή ως GM, καλύπτοντας την θέση που άφησε ο John Paxson, ο οποίος έπειτα από 6 χρόνια παρουσίας στην θέση του General Manager γινόταν Vice President. Επομένως μιλάμε για 16 χρόνια παρουσίας του Paxson και 10 χρόνια του Forman στις θέσεις που έχουν να κάνουν με την οργάνωση του αγωνιστικού πλάνου της ομάδας.

“Κάτι θα κάνουν σωστά” σκέφτεστε, και όχι άδικα, θα προσθέσω εγώ. Όμως αν εξαιρέσουμε τoν ερχομό του Derrick Rose, ο οποίος ήταν πραγματικά σαν να έπιασαν το Τζόκερ, με μόλις 1,6% πιθανότητες για το #1 πικ, τότε θα προσέξουμε ότι όλα αυτά τα χρόνια, το front office των Bulls έχει ένα απίστευτο ταλέντο στο να είναι μέτρια. Όχι κακή, μέτρια. Κάτι που σημαίνει ότι για το NBA βρίσκεσαι σε μία “No Man’s Land” που δύσκολα έχεις το flexibility για να ανέβεις επίπεδο και από την άλλη δεν είσαι τόσο κακός ώστε να σου κάτσει το #1 πικ και να αλλάξει η μοίρα σου. Αυτό έγινε το 2008, όπως είπαμε σε μία συγκυρία που θύμισε Τζόκερ.

Από το 2003 που έχει έρθει ο John Paxson στα διοικητικά των Bulls, η ομάδα της Πόλης των Ανέμων έχει κάνει ουσιαστικά τρεις “κύκλους” χτισίματος. Η πρώτη περίοδος ξεκίνησε το 2003, με  τον ερχομό του Paxson και την δημιουργία των περίφημων “Baby Bulls”: Tyson Chandler, Eddie Curry, Ben Gordon, Luol Deng, Kirk Hinrich και Andres Nocioni, κάτω από τις οδηγίες του Scott Skiles σηματοδότησαν την πρώτη αχτίδα ελπίδας στην μετά Jordan εποχή. Ο Paxson είχε την ευκαιρία να χτίσει πάνω σε αυτόν τον πυρήνα και να το πάει ένα βήμα παραπέρα, όμως οι δύο βασικές του επιλογές, η απόκτηση του Ben Wallace και η ανταλλαγή του LaMarcus Aldridge (#2 pick) για τους Tyrus Thomas και Victor Khryapa, τελικά αποδείχθηκε ανεπιτυχής και ανέκοψε την ανοδική πορεία των “Ταύρων”.

Growing pains : Οι Chicago Bulls βρίσκουν ( ; ) το μέλλον τους

Και κάπου εκεί έρχεται το “Τζόκερ”. H Derrick Rose era. Μετά από την επική σειρά του 2009 με τους Celtics και την μεταβατική περίοδο του 2009-10, o Paxson αναβαθμίζει τον Gar Forman σε GM, ο οποίος φέρνει τον Tom Thibodeau και χτίζει ένα εντελώς καινούργιο ρόστερ, κάτι που του δίνει το βραβείο του executive της χρονιάς. Όμως και εκεί, τα πράγματα τελείωσαν άδοξα. Δεκτόν το ότι ο τραυματισμός του Rose ανέκοψε την πορεία ενός generational ταλέντου, όμως ακόμα κι έτσι, η παρουσία του Front Office ήταν ξανά συντηρητική. Δεν μπόρεσαν να φέρουν ένα από τα πολλά μεγάλα ονόματα τα οποία άλλαξαν πόλη εκείνα τα χρόνια, ενώ στην ανάγκη κάλυψης της τεράστιας τρύπας που είχε αφήσει ο Ben Gordon στη θέση των SG, η ομάδα βασίστηκε σε έναν ανύπαρκτο επιθετικά Keith Bogans και έναν εύθραυστο Rip Hamilton. Το ταξίδι έμεινε ξανά, άδοξα στην μέση.

Και πάμε στην τρίτη περίοδο. Την περίοδο του “hot mess”. Ερχομός Fred Hoiberg, αποτυχία εισόδου στα playoffs, ανταλλαγή Derrick Rose, αστοχία χτισίματος μίας ομάδας πάνω στον Jimmy Butler, τον Rajon Rondo και τον σχεδόν συνταξιούχο Dwyane Wade. That didn’t end well και δεν χρειάζονται παραπάνω αναλύσεις.

Η τρίτη περίοδος, η οποία τώρα φτάνει στην κλιμάκωσή της είναι η πιο “προβληματική” ενός front office το οποίο διαρκώς φαίνεται ανεπαρκές ή μάλλον μέτριο, κάτι το οποίο στο NBA είναι το χειρότερο. Την ίδια ώρα που ομάδες όπως η Atlanta και το Brooklyn (μέχρι αυτό το καλοκαίρ) χτίζουν αξιοθαύμαστα projects με ελάχιστα (συγκριτικά με άλλους) εφόδια, το Chicago έφτασε σε ένα διετές τέλμα που δεν έδειχνε βήματα προς τα μπροστά, μέχρι που ήρθε ο Tom Thibodeau και έδωσε στην πρώην ομάδα του ένα παραθυράκι ελπίδας.

Η ωρίμανση

Η φετινή σεζόν λοιπόν, βρίσκει για πρώτη φορά μετά από το 2015 τους Bulls με κάποιο μεσοπρόθεσμο (γιατί το μακροπρόθεσμο έχει πεθάνει) “όραμα”. Η σεζόν 2016-17 ήταν ένα πείραμα καταδικασμένο να αποτύχει και τα περασμένα δύο χρόνια θύμισαν εποχές Tim Floyd, του ανθρώπου που το 1998 είχε πάρει το χρίσμα για την διάδοχη κατάσταση του Phil Jackson, με αποτελέσματα που καλύτερα να μην αναφέρουμε.

Σε αυτά όμως τα τελευταία δύο χρόνια, οι Bulls, επιμένοντας πάντα να κινούνται με ρυθμούς πολύ πιο αργούς από την υπόλοιπη λίγκα, έκαναν κάποιες πολύ σωστές κινήσεις. Προχώρησαν στην απεμπλοκή από τον προβληματικό χαρακτήρα του Butler (το παραθυράκι που είπαμε ότι άνοιξε ο Thibs, ως πρόεδρος των Wolves), κερδίζοντας στην πορεία τα δύο σημαντικότερα assets της νέας εποχής: τον Lauri Markkanen και τον Zach LaVine. Αποδέχτηκαν την ανικανότητά τους να διεκδικήσουν έναν αστέρα το φετινό καλοκαίρι (σεβαστό), παίρνοντας ένα φοβερό – με τα σημερινά δεδομένα – συμβόλαιο για το βασικό τους τριάρι (Otto Porter Jr) δίνοντας τον Bobby Portis και τον Jabari Parker, τίποτα δηλαδή.

Growing pains : Οι Chicago Bulls βρίσκουν ( ; ) το μέλλον τους

Το φετινό καλοκαίρι, οι Bulls έκαναν για πρώτη φορά κατά βάση σωστές κινήσεις. Αφενός έφεραν τον Tomas Satoransky, o οποίος αγωνιστικά έρχεται να απελευθερώσει τον Zach LaVine αλλά και προφανώς να είναι ένα δεδομένο upgrade από τον προβληματικό Dunn που μετράει ημέρες και αφετέρου θωράκισαν την ρακέτα τους με έναν παίκτη με σταθερά σημαντικό ρόλο σε διάφορες ομάδες της λίγκας, τον Thad Young και αποτελεί μέχρι και πολυτέλεια το να έρχεται ως δεύτερος ψηλός στο συγκεκριμένο ρόστερ, αλλά και τον Luke Kornet, ο οποίος προσφέρει έναν “μπασκετικό” 7-footer ώστε να προσφέρει κάτι διαφορετικό σε σχέση με τον Carter Jr. Συμπλήρωμα σε αυτούς τους δύο έρχεται ο Dan Gafford, ένα αθλητικό 4/5άρι από τους Arkansas Razorbacks, ο οποίος από projected pick 1ου γύρου στο περσινό draft, αποφάσισε να μείνει ένα χρόνο έξτρα στο κολέγιο κατακρημνίζοντας έτσι τις μετοχές του και προσφέροντας πιθανότητα για ένα φοβερό value στους Bulls.

Βέβαια αυτό δεν σημαίνει ότι έκαναν κάτι φοβερό, αλλά είναι πολύ πολύ σημαντικό για ένα front office που έχει ροπή στις αψυχολόγητες ενέργειες ότι για πρώτη φορά έβαλαν το ένα τουβλάκι δίπλα στο άλλο και δεν αυτοκαταστράφηκαν όπως τις άλλες φορές. Ίσως, πέρα από την αγωνιστική ωρίμανση που πρέπει να επέλθει, και διοικητικά οι GarPax αλλά και ο υιος Reinsdorf, ο οποίος ουσιαστικά διαχειρίζεται τα τελευταία χρόνια την ομάδα αντί του (ιδιοκτήτη των Bulls) πατέρα του, κατάλαβαν ότι πρέπει να ωριμάσουν και να βαδίσουν στα σωστά βήματα.

Το κεφάλαιο

Growing pains : Οι Chicago Bulls βρίσκουν ( ; ) το μέλλον τους

Και κάπου εδώ μπαίνει ο μοναδικός παίκτης για τον οποίο δεν αναφέρθηκε ως τώρα το κείμενο. Ο Coby White είναι μάλλον ο πιο συναρπαστικός rookie που είχαν οι Bulls εδώ και πολλά χρόνια. Ίσως όχι τόσο ταλαντούχος όσο ο Lauri Markkanen, χωρίς τόσο μεγάλο potential για two way contribution όσο ο Wendell Carter, όμως με ένα skillset που πραγματικά εντυπωσιάζει. Η δυνατότητά του να αλλάζει τον ρυθμό στο παιχνίδι του φέρνει μία διάσταση στην αγωνιστική ταυτότητα των Bulls που έχουν να την δουν από τον Derrick Rose. Παράλληλα, ήδη έχει φανεί το πόσο μεγάλη έφεση στο σκοράρισμα έχει, τελειώνοντας την preseason με 19.2 πόντους μέσο όρο, κάτι που τον τοποθετεί στην 8η θέση ανάμεσα σε όλο το NBA. Ακόμα και για preseason, μιλάμε για εντυπωσιακή αρχή.

Πως όμως θα συνεχίσει το development του στο NBA; Εκτός απροόπτου ο White θα έρχεται ως 6ος παίκτης από τον πάγκο, κάτι που θυμίζει πολύ την περίπτωση του (αγαπημένου μου) Ben Gordon, του μοναδικού rookie στην ιστορία που κέρδισε το βραβείο του Καλύτερου 6ου παίκτη στο ΝΒΑ. Εξαιτίας του ύψους του (1.96) και της έφεσης του στο σκοράρισμα, δεν είναι παράλογο να δούμε τον White να μονιμοποιείται στο 2 παρά στο 1. Άλλωστε, ένα από τα σοβαρά του προβλήματα είναι η περιορισμένη δημιουργικότητα του και το πρόβλημά του να ελέγχει τον ρυθμό του, προβλήματα που και τα δύο πηγάζουν από την περιορισμένη οπτική του πάνω στο γήπεδο (όχι, δεν φταίνε τα μαλλιά του για αυτό), λόγω της βιασύνης του να εκτελέσει. Αυτό το πρόβλημα το είχε στο κολλέγιο, το παρουσίασε και στην Summer League και σίγουρα θα χρειαστεί αρκετό ψήσιμο ώστε να το διορθώσει στην καριέρα του στο NBA. Όμως μέχρι τότε, ίσως οι υπόλοιπες διεργασίες στην ομάδα των Ταύρων να τον οδηγήσουν στο να μεταλλαχτεί σε έναν παίκτη του στυλ του James Harden, δηλαδή ενός ball dominant SG, ο οποίος θα είναι ο βασικός χειριστής της μπάλας στο σχήμα το οποίο παίζει, έχοντας υποστηρικτικά δίπλα του ένα PG, και φυσικά ως βασικό στόχο το σκοράρισμα και δευτερευόντως την δημιουργία. Σε αντίθεση με ένα scoring first PG, o White δεν θα έχει την “ανάγκη” να τρέξει την επίθεση με τον “παραδοσιακό” τρόπο, δίνοντας του μεγαλύτερες ελευθερίες στον τομέα του σκοραρίσματος.

Α ναι, και με ένα πολύ βασικό του όπλο το step back, για να συνεχίζουμε την Hardenοκουβέντα.

Tα δύο προβλήματα

Growing pains : Οι Chicago Bulls βρίσκουν ( ; ) το μέλλον τους

Τα προβλήματα στην στελέχωση της φετινής ομάδας των Bulls εντοπίζονται σε δύο βασικά σημεία: Αρχικά στο πολύ φτωχό βάθος του ρόστερ στα “φτερά”. Πίσω από τον Zach LaVine και τον Otto Porter Jr, οι Bulls έχουν τον Coby White (ένα combo guard που κυρίως θα καλύψει τον άσο στην καριέρα του), τον άγνωστο Adam Mokoka, τον μονίμως τραυματία Denzel Valentine και τους μέτριους Shaq Harrison και Chandler Hutchinson. Αν δεν κάνει από το πουθενά κάποιο άλμα ο Valentine ή δεν δείξει παίκτης NBA o Hutchinson, οι Bulls πολύ απλά δεν έχουν φτερά.

Το δεύτερο πρόβλημα εντοπίζεται (για άλλη μια φορά) στον πάγκο. Ο Jim Boylen έχει μία “τρέλα” η οποία σίγουρα πηγάζει από την αγάπη του για το μπάσκετ, κάτι που ήταν ξεκάθαρο ειδικά στην περίοδό του στους Utah Utes. Αυτή η υπερβολικά “hands on” προσέγγιση του Boylen μπορεί να είναι καλή στα κολλεγιόπαιδα, όμως σε ένα περιβάλλον με επαγγελματίες και με δυνατές προσωπικότητες, προσεγγίσεις όπως οι “επιτροπές ηγεσίας”της περσινής σεζόν, οι φωνές και οι υστερίες ίσως και να δημιουργήσουν ένα κλίμα που να οδηγήσει τους παίκτες σε ανταρσία ακόμα και μέσα στη σεζόν, ειδικά αν τα αποτελέσματα στραβώσουν.

Οι ελπίδες και οι ρεαλιστικοί στόχοι

Σε αυτό που ελπίζει ο Boylen, είναι πως οι παίκτες του (οι οποίοι είναι νεαρής ηλικίας) θα εκτιμήσουν το ότι ποντάρει πολλά στην ατομική τους βελτίωση στα πλαίσια της λειτουργίας της ομάδας. Αυτό το περίφημο player development, στο οποίο χτίστηκαν ομάδες τίτλου όπως οι Warriors ή οι Spurs και δείχνει να φθίνει τα τελευταία χρόνια για χάρη του άμεσου αποτελέσματος. Ο Boylen επικαλείται συνέχεια το θέμα της “διαδικασίας” χτισίματος (ας μην το μπερδεύουμε με τον tanking process των Sixers), και μάλιστα δεν δίστασε να ταξιδέψει μέχρι την Φινλανδία ώστε να επισκεφθεί τον Markkanen στο πατρικό του και να προσπαθήσει να δεθεί ακόμα περισσότερο μαζί του.

Οι Bulls ελπίζουν λοιπόν ότι η φετινή σεζόν θα σηματοδοτήσει την χρονιά που ένας εκ των Markkanen και LaVine θα κάνει μία σεζόν αντάξια ενός All-Star. Παράλληλα, η παρουσία των Satoransky και Porter και Young, τριών βετεράνων πλέον στην λίγκα θα “στρώσει” το κλίμα στην ομάδα, περνώντας στον νεαρό πυρήνα των White, LaVine, Markkanen και Carter τα στοιχεία που χρειάζονται ώστε να κάνουν βήματα προς τα μπροστά στα επόμενα στάδια της καριέρας τους.  Αγωνιστικά, φυσικά θα πρέπει το κενό στα φτερά να “μασκαρευτεί” πίσω από τις αρκετές λύσεις στον άσο και την ρακέτα.

Για το Chicago η φετινή σεζόν είναι ένα statement της αλλαγής επιπέδου. Θυμίζει λίγο την προσπάθεια rebuilding της πρώτης εποχής Paxson, χωρίς κάποιο ξεκάθαρο alpha dog αλλά με αρκετά σημαντικά κομμάτια από τα οποία ένας ή δύο θα ξεχωρίσουν στην πορεία. Πέρα από τα αγωνιστικά όμως, η φετινή προσπάθεια θα δείξει αν έχει κάποιο λόγο ύπαρξης η τρέχουσα κατάσταση στο front office. Με βασικό αποκούμπι τα υψηλά νούμερα προσέλευσης, ο Πρόεδρος των Bulls Michael Reinsdorf, χαρακτηρίζει ως θετική την σταθερότητα (ή μάλλον την μετριότητα) των Bulls σε πολλά πράγματα στον τρόπο που η ομάδα λειτουργεί, ξεχνώντας (ή μάλλον παραλείποντας τεχνηέντως) το πόσο μεγάλο boost για την αξία της ομάδας είναι αφενός η δυναστεία του Jordan (ακόμα και σήμερα) και αφετέρου η τεράστια αγορά του Chicago. Η προπέρσινη και περσινή κατακραυγή (είδαμε για πρώτη φορά billboards που καλούσαν την ομάδα να απολύσει Paxson και Forman) ίσως να ήταν ένα μικρό ηλεκτροσοκ και προσγείωση για ένα franchise που έχει αφήσει πολλές ευκαιρίες χαμένες.

Growing pains : Οι Chicago Bulls βρίσκουν ( ; ) το μέλλον τους

Είναι όμως τα playoffs ο ρεαλιστικός στόχος για τους Bulls φέτος; Ίσως να μπορούν να πλασαριστούν στην τελευταία ή προτελευταία θέση, αλλά ρεαλιστικά “παίζουν” για το 8 – 10. Οτιδήποτε παραπάνω θα είναι (μικρή ή μεγάλη) έκπληξη, οτιδήποτε λιγότερο (τεράστια) απογοήτευση, για μία σεζόν στην οποία, όλοι στο Chicago μιλάνε για “growing up” και “growing expectations”. Σίγουρα όμως φέτος η σεζόν επιβάλλεται να είναι ένα statement πως το τρέχον πλάνο έχει μέλλον και πως οι βάσεις που έχουν μπει είναι στέρεες. Οι προοπτικές σίγουρα υπάρχουν, όμως σε πιθανή αποτυχία, σοβαρό τραυματισμό κάποιου βασικού στελέχους ή άλλη αναποδιά, η επιστροφή στο σημείο μηδέν θα θυμίσει έναν φαύλο κύκλο που επαναλαμβάνεται ως φάρσα για άλλη μια φορά, 21 χρόνια τώρα.