Όταν η Θεσσαλονίκη ήταν η πρωτεύουσα της μπασκετικής Ελλάδας

Όταν η Θεσσαλονίκη ήταν η πρωτεύουσα της μπασκετικής Ελλάδας

Όπως πολλά από τα παιδιά που γεννήθηκαν στα μέσα των 90s, είναι δεδομένο πως και για τον γράφοντα, αυτό που μόνιμα μονοπωλούσε το ενδιαφέρον στην πρώτη του επαφή με το Ελληνικό μπάσκετ, μία δεκαετία αργότερα, ήταν το πολύ γνωστό δίπολο Παναθηναϊκού και Ολυμπιακού, το οποίο δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι πλέον άγει και φέρει κατά το δοκούν και σύμφωνα με τις ορέξεις των μεν και των δε την μοίρα του αθλήματος στην Ελλάδα. Όμως τα πράγματα δεν ήταν πάντοτε έτσι και η προσοχή του Ελληνικού μπάσκετ δεν ήταν πάντα στραμμένη στην Αθήνα.

Η πόλη που γέννησε το μπάσκετ

Όταν η Θεσσαλονίκη ήταν η πρωτεύουσα της μπασκετικής Ελλάδας

Αν πάμε πίσω στα 80s, την δεκαετία που η ελληνική… καλαθόσφαιρα ξεκίνησε να ανεβαίνει και να το κάνει ραγδαία, είναι δεδομένο πως θα δούμε μία πόλη να πρωταγωνιστεί. Αυτή δεν ήταν φυσικά άλλη από τη Θεσσαλονίκη. Η “Νύμφη του Θερμαϊκού” δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι γέννησε το Ελληνικό μπάσκετ, μέσα από την δράση της περίφημης ομάδας της ΧΑΝΘ από την δημιουργία της το 1919 και για τις επόμενες δεκαετίες. Στις εγκαταστάσεις της ΧΑΝΘ δημιουργείται το πρώτο ανοικτό γήπεδο μπάσκετ στην Ελλάδα ενώ από την ομάδα βγαίνουν παίκτες και προσωπικότητες που θα αφήσουν το στίγμα τους στο άθλημα, όπως ο Τάκης Ταλιαδώρος, ίσως ο σημαντικότερος αθλητής στην ιστορία της Χριστιανικής Αδελφότητας Νέων Θεσσαλονίκης και ένας από τους πρώτους, αν όχι ο πρώτος σταρ του νεαρού τότε αθλήματος, ο “Πατριάρχης” του μπασκετικού Άρη Ανέστης Πεταλίδης και στα πιο πρόσφατά μας χρόνια, ο Νίκος Ζήσης.

Η σημασία της Θεσσαλονίκης για το ελληνικό μπάσκετ θα γίνει ιδιαίτερα αισθητή την δεκαετία 1984-1993. Αρης και ΠΑΟΚ θα αποτελέσουν το σημαντικότερο δίπολο ενός ραγδαία ανερχόμενου αθλήματος και φυσικά θα παίξουν και πολύ σημαντικό ρόλο στην τεράστια επιτυχία της κατάκτησης του Ευρωμπάσκετ του 1987. Ο Άρης θα έχει 4 παίκτες (Γκάλης, Γιαννάκης, Ρωμανίδης, Φιλίππου) και ο ΠΑΟΚ άλλους 2(Φασούλας, Σταυρόπουλος) στην ομάδα που θα αψηφίσει τα προγνωστικά και στις 14 Ιουνίου του 1987 θα προκαλέσει την δεύτερη γέννηση του αθλήματος στην χώρα. Φυσικά, αυτό θα αντικατοπτριστεί και στις επιτυχίες των ίδιων των συλλόγων.

Ο Αυτοκράτορας Άρης

Όταν η Θεσσαλονίκη ήταν η πρωτεύουσα της μπασκετικής Ελλάδας

Η παρουσία του Άρη στα υψηλά στρώματα του Ελληνικού και Ευρωπαϊκού συλλογικού μπάσκετ συνέβη στα 80s και έχει φυσικά όνομα και επίθετο. Νικ Γκάλης. Το 1979 ο Ελληνοαμερικανός Νικόλαος Γεωργαλής, αποφοιτά από το κολλέγιο του Seton Hall και αποφασίζει να πάρει το αεροπλάνο για την επιστροφή στην χώρα καταγωγής του, παρά το γεγονός ότι είχε επιλεγεί στο draft εκείνης της χρονιάς από τους Boston Celtics. Ο Άρης, έχοντας ως ατού το γεγονός ότι βρίσκεται ήδη στην κορυφή της Ελλάδας μετά την κατάκτηση του πρωταθλήματος, ξεπερνά Ολυμπιακό και Παναθηναϊκό και αποσπά την υπογραφή του. Ο “Gangster” θα δείξει από τα πρώτα του χρόνια το μεγάλο ταλέντο του, όμως η πραγματική απογείωση, τόσο εκείνου, όσο και της ομάδας του Άρεως θα γίνει λίγα χρόνια αργότερα, όταν στο πρόσωπο του Παναγιώτη Γιαννάκη θα βρει το μπασκετικό έτερον ήμισυ του, και θα δημιουργήσουν τους πιο διάσημους “Διόσκουρους” στον ελληνικό αθλητισμό.

Από το 1984 και μετά, χρονιά που ο Άρης αποκτά από τον Ιωνικό Νικαίας τον Γιαννάκη, οι “Κίτρινοι” θα κυριαρχήσουν εντός συνόρων και αυτό φυσικά θα τους δώσει και την ευκαιρία να βγαίνουν χρόνο με χρόνο στην κορυφαία διοργάνωση της Ευρώπης . Ο Άρης θα κατακτήσει και τα 7 πρωταθλήματα που διεξήχθησαν μεταξύ 1984 και 1991 και για να αναφέρουμε ενδεικτικά την σημασία του “Gangster” σε αυτήν την γιγάντωση, ο Γκάλης θα πάρει 5 φορές το βραβείο του MVP του πρωταθλήματος, ενώ 11 σερί σεζόν, από το 1981 μέχρι και το 1992 θα είναι και ο πρώτος σκόρερ στην εγχώρια λίγκα!




Οι εκτός συνόρων έξοδοι της ομάδας της Θεσσαλονίκης κάθε άλλο παρά αδιάφορες ήταν. Η ομάδα του Γιάννη Ιωαννίδη θα πραγματοποιήσει το 1985 την πρώτη της μεγάλη επιτυχία, φτάνοντας στα ημιτελικά του Κυπέλλου Κόρατς, όμως η πραγματική εκτόξευση ήρθε το 1987. Να ταν η ωρίμανση προπονητή και ρόστερ, να ήταν το καύσιμο αυτοπεποίθησης που μπήκε στα ντεπόζιτα ολόκληρου του Ελληνικού μπάσκετ μετά την κατάκτηση του Ευρωπαϊκού; Ο Άρης εμφανίστηκε πιο αυτοκρατορικός από ποτέ, και αποτέλεσε, δικαίως, την πρώτη ομάδα στα χρονικά του ελληνικού πρωταθλήματος που συμμετέχει στο Final 4 του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1988, όπου θα βρει την Tρέισερ Μιλάνο του Μπομπ Μακαντού, την ομάδα που τον είχε αποκλείσει στον δεύτερο γύρο της περασμένης χρονιάς και πρωταθλήτρια Ευρώπης. Για άλλη μια φορά οι Ιταλοί θα φανούν ανώτεροι, οριακά, και θα πάνε στον τελικό όπου θα στεφθούν back 2 back Πρωταθλητές, όμως για τον Άρη τρώγοντας ήρθε η όρεξη. Η επόμενη χρονιά τον βλέπει πάλι στην κορυφαία σκηνή και στο Final 4 του Μονάχου, ενώ το ίδιο θα γίνει και την μεθεπόμενη, στο Final 4 της Σαραγόσα. Τρία σερί Final 4 όταν μέχρι τότε δεν είχε πλησιάσει καμία ομάδα τόσο κοντά στον υπέρτατο στόχο. Και στις 3 περιπτώσεις όμως, ο Άρης θα κολλήσει στα ημιτελικά. Έτσι, έπειτα από το 1988 και την Μιλάνο, το 1989 θα έρθει η Μακάμπι Τελ Αβίβ και το 1990 η Μπαρτσελόνα και θα τον οδηγήσουν στον μικρό τελικό της διοργάνωσης.

Σε τρεις συμμετοχές λοιπόν σε Final 4, o Άρης γύρισε πίσω με δύο τέταρτες και μία τρίτη θέση, το 1989 στην δεύτερη συμμετοχή του. Εκεί, ίσως και να χάθηκε η μεγαλύτερη ευκαιρία για την κατάκτηση του τροπαίου. Στον ημιτελικό με τη Μακάμπι, και έχοντας προβάδισμα βραχείας κεφαλής με 6 πόντους με έναν φανταστικό Γιαννάκη, ο “Δράκος” του Άρη χάνει την ψυχραιμία του και εμπλέκεται σε σύρραξη με τον Αμερικανό της Ισραηλινής ομάδας, Κέβιν Μαγκί, οδηγώντας το παιχνίδι σε προσωρινή διακοπή μέχρι να ηρεμήσουν τα πνεύματα και στερώντας από τον Άρη όλο το μομέντουμ που είχε χτίσει στο δεύτερο ημίχρονο. Η Μακάμπι έκανε την ανατροπή και βρέθηκε στον μεγάλο τελικό, όπου αντιμετώπισε την νεαρή ομάδα της Γιουγκοπλάστικα, η οποία είχε καταφέρει να αποκλείσει τα μεγάλα φαβορι και την ομάδα που κέρδισε ο Αρης στον μικρό τελικό, την Μπαρτσελόνα.

https://www.youtube.com/watch?v=p_8qjScwfvE

O «Δελφίνος» του θρόνου ΠΑΟΚ

Όταν η Θεσσαλονίκη ήταν η πρωτεύουσα της μπασκετικής Ελλάδας

Αν ο Άρης ήταν ο “Αυτοκράτορας” στο Ελληνικό μπάσκετ στα 80s, τότε ο ΠΑΟΚ έπαιζε τον ρόλο του «Δελφίνου», της ομάδας που ήταν αμέσως μετά στην κατάσταση διαδοχής και ένιωθε πως είχε δικαίωμα να ζητήσει τον θρόνο του Βασιλιά. Ο ΠΑΟΚ μπορεί να μην είχε την τύχη να διαθέτει την ονειρική τριπλέτα των Γκάλη – Γιαννάκη στο παρκέ και Ιωαννίδη στον πάγκο, όμως μπόρεσε να θαυμάσει κάποια από τα καλύτερα ονόματα που είδε η χώρα μας εκείνη την περίοδο, με προεξάρχοντα φυσικά την μεγαλύτερη προσωπικότητα που φόρεσε τα ασπρόμαυρα και τον άνθρωπο που το όνομα του είναι το πρώτο πράγμα που μας έρχεται στο μυαλό όταν μιλάμε για μπασετικό ΠΑΟΚ, τον Μπάνε Πρέλεβιτς. Ο ΠΑΟΚ προσπάθησε αρκετές φορές να ρίξει τον Άρη από τον θρόνο του εντός Ελλάδος, όμως τόσο το 1985, όσο και στις σεζόν από το 1986 μέχρι το 1991, ο Δικέφαλος τελείωνε τη σεζόν δεύτερος και ο άσπονδος αντίπαλος πρώτος. Μέχρι το 1992 και την λυτρωτική κατάκτηση του πρωταθλήματος, ο ΠΑΟΚ είχε μόλις μία φορα χαμογελάσει στα ζόρια, στον περίφημο “Τελικό των ξυρισμένων κεφαλιών”, που του χάρισε το κύπελλο Ελλάδας το 1984.  Ο ΠΑΟΚ συμπλήρωνε ιδανικά τον συμπολίτη στην κορυφή της Ελλάδας αν και σίγουρα, εκείνη η περίοδος αφήνει μία γλυκόπικρη νοσταλγία που δεν μπόρεσε να συνδυαστεί με παραπάνω τίτλους.

Kαι σε ό,τι έχει να κάνει με την Ευρώπη; Σε αυτόν τον τομέα, ο ΠΑΟΚ πήρε σχεδόν άριστα, χάρη στην παρουσία δύο εκ των σημαντικότερων Σέρβων του Ελληνικού μπάσκετ. Το 1991, με προπονητή τον Ντράγκαν Σάκοτα ο ΠΑΟΚ θα κατακτήσει την δεύτερη τη τάξει διασυλλογική διοργάνωση στην Ευρώπη, το Κύπελλο Κυπελλούχων, επικρατώντας στον τελικό της Ισπανικής Σαραγόσα με 76 – 72 και 31 πόντους του Μπάνε Πρέλεβιτς και 20 του Κένεθ Μπάρλοου, στον δεύτερο ελληνικό τίτλο έπειτα από την κατάκτηση του ίδιου θεσμού από την ΑΕΚ το 1968. Την μπαγκέτα από τον Σάκοτα πήρε ο Ντούσαν Ίβκοβιτς, με τον “Σοφό” να δημιουργεί την καλύτερη ομάδα που είχε να επιδείξει στην ιστορία του ο “Δικέφαλος”.  Παίζοντας το καλύτερο μπάσκετ της ιστορίας του, ο ΠΑΟΚ κάνει μία διετία στην οποία θα κατακτήσει το πρωτάθλημα (1992), θα χάσει τον τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων στην προσπάθεια να υπερασπιστεί το στέμμα του με το αξέχαστο (με την άσχημη έννοια) καλάθι του Μπράουν σε νεκρό χρόνο ύστερα από λάθος του Παναγιώτη Φασούλα και θα βρεθεί και στο Final 4 του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1993. Με τον δύο φορές πρωταθλητή NBA με τους Σικάγο Μπουλς, Κλιφ Λέβινγκστον, ως το μεγάλο απόκτημα του το καλοκαίρι του 1992, ο ΠΑΟΚ θα πάει στην Αθήνα με το μομέντουμ, την ποιότητγα αλλά και τον κόσμο, ώστε να γίνει η πρώτη ομάδα που θα κατακτήσει την Ευρώπη.

Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι ο ΠΑΟΚ ήταν και το πρώτο φαβορί από τις 4 ομάδες που συμμετείχαν στο Final 4 του ΣΕΦ και στον πρώτο ημιτελικό σίγουρα είδε την τύχη να του χαμογελάει, καθώς η αντιεμπορική Λιμόζ είχε αποκλείσει την Ρεάλ Μαδρίτης και έδειχνε, φαινομενικά,ο πιο βατός αντίπαλος. Όμως οι Ιταλοί της Μπενετόν είχαν άλλοι άποψη. Ο Μάσιμο Ιακοπίνι κρατούσε με το ένα μεγάλο σουτ μετά το άλλο τους Ιταλούς στο παιχνίδι, και στην προτελευταία φάση του αγώνα, ο Τόνι Κούκοτς βρήκε τον αμαρκάριστο Ραγκάτσι, για τους σημαντικότερους πόντους του παιχνιδιού. Ο Ραγκάτσι είχε πετύχει μόλις ένα ακόμα καλάθι σε όλη την αναμέτρηση. Ο Μπάνε είδε την τελευταία του ευκαιρία να πετιέται στα σκουπίδια, και ο ΠΑΟΚ, αντί για να αντιμετωπίσει την Ρεάλ και τον Άρβιντας Σαμπόνις στον μεγάλο τελικό, πήρε την άτυπη ρεβάνς στο πιο ασήμαντο παιχνίδι από τα 4 που διεξήχθησαν εκείνο το τριήμερο στο ΣΕΦ, κατακτώντας την τιμητική, αλλά παράλληλα και απογοητευτική όπως πήγαν τα πράγματα, τρίτη θέση στη διοργάνωση.

Τόσο ο ΠΑΟΚ όσο και ο Αρης άρχισαν να φθίνουν όσο περνούσαν τα χρόνια, χάνοντας τα εν Ελλάδι σκήπτρα τους από τις ομάδες της Αθήνας, ενώ παράλληλα έβλεπαν και τον έτερο συμπολίτη, Ηρακλή, να δυναμώνει και να γίνεται πολύ ανταγωνιστικός. Για τους κιτρινόμαυρους, τα 90s χαρακτηρίστηκαν από διαρκή οικονομικά προβλήματα αλλά παρά τις δυσκολίες, τους είδαν να κερδίζουν τους δύο πρώτους Ευρωπαϊκούς τίτλους της ιστορίας τους. Το 1993, με τον Ρόι Τάρπλεϊ να κάνει το ταξίδι για την Ευρώπη λόγω της τιμωρίας του από το ΝΒΑ για χρήση ναρκωτικών και να ηγείται της ομάδας, ο Άρης κατακτά το Κύπελλο Κυπελλούχων, ενώ το 1997 έρχεται η κατάκτηση της τρίτης τη τάξει διοργάνωσης, του Κυπέλλου Κόρατς, με πρωταγωνιστές τους Ορτίθ, Λιαδέλη και Μπόνι. Από την άλλη, ο ΠΑΟΚ είδε και εκείνος ακόμα μία κατάκτηση Ευρωπαϊκού τίτλου, αυτήν του Κυπέλλου Κόρατς το 1994, ενώ στην Ελλάδα στεκόταν με συνέπεια πάνω από τον Άρη, χωρίς όμως να καταφέρει να επαναλάβει την επιτυχία του 1992 και να κατακτήσει άλλο πρωτάθλημα.