«Μα που να πάω, που σ’ αγαπώ τόσο πολύ.»

Πρίντεζης

Γράφει ο Γιάννης Μπελεσιώτης

Γενικά η Τρίτη 17 Ιουνίου του 2020 φαινόταν μια Τρίτη σαν όλες τις άλλες. Η ζέστη άρχισε να κάνει την εμφάνιση της, το κυκλοφοριακό της Αθήνας ξεκίνησε να είναι όλο και χειρότερο και ο φόβος της καραντίνας που πριν λίγο καιρό πέρασε, δεν έχει σταματήσει να πλανάται πάνω από την πρωτεύουσα. Όλες αυτές οι σκέψεις επικράτησαν μέχρι το απόγευμα, γιατί είχαμε ένα νέο που μας έφερε μια ξαφνική χαρά και μας γύρισε για λίγο να νοσταλγήσουμε τα πρώτα έτη των φοιτητικών μας χρόνων. Ο Γιώργος Πρίντεζης ανανέωσε με τον Ολυμπιακό για έναν ακόμη χρόνο και θα συνεχίσει να βρίσκεται στο ηγετικό τιμόνι της ομάδας.  Υπήρχε όμως περίπτωση να υπάρξει κάποια διαφορετική εξέλιξη στο συγκεκριμένο θέμα;

Ο Πρίντεζης ξύπναγε το πρωί σε ένα δωμάτιο γεμάτο αφίσες του Ολυμπιακού για να πάει να παρακολουθήσει τα μαθήματα του  στο σχολείο. Μένοντας από μικρός στο Μπραχάμι, δεν αποτίναξε ποτέ από πάνω του τον χαρακτήρα του καλού παιδιού και του τύπου της διπλανής πόρτας. Το 2000 και σε περίπου ηλικία 15 ετών παρουσιάστηκε από την ομάδα της καρδιάς τους και έκανε πραγματικότητα ένα όνειρο που πάρα πολλοί από εμάς δεν κατάφεραν και δεν θα καταφέρουν ποτέ. Έγινε στέλεχος της ομάδας που αγάπησε μικρός και πλέον μπορούσε ο ίδιος να γράφει την ιστορία του συλλόγου, παίρνοντας την κατάσταση στα χέρια του. 

Φυσικά σε αυτή την ζωή δεν είναι όλα εύκολα. Δεν ήταν έτσι ούτε για τον Γιώργο. Δεν έπεισε από την αρχή στον Ολυμπιακό για τις ικανότητες του και έτσι πήρε τα ταλέντα του και πήγε να τα δείξει μακριά από τον Πειραιά.  Μάλιστα δεν έπεισε ούτε στο δεύτερο πέρασμα του και έφυγε δανεικός για την Ισπανία. Είχε πικραθεί πολύ μα το είδε σαν μια ευχάριστη αλλαγή και πήγε να δοκιμάσει. Το πράγμα πήγαινε καλά μα όταν κάνουμε σχέδια ως γνωστόν ο Θεός γελάει. Σε εκείνο το σημείο ήρθε η άσχημη πτώση στο παρκέ για να τον τρομάξει και να τον γυρίσει πολύ πίσω. Ήταν αρκετά τρομακτικό να παρακολουθούμε στο σπορ + τότε το καταραμένο αυτό παιχνίδι. Το βλέμμα του στοίχειωσε την παιδική μου ψυχούλα ανεπανόρθωτα και δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Στην τελική όμως μπορεί το σχέδιο να δούλεψε, γιατί μετά από λίγο καιρό ο Γιώργος γύρισε στο αγαπημένο του λιμάνι και δεν κοίταξε ποτέ πίσω. Το νερό στο αυλάκι είχε αρχίσει να μπαίνει. Το αυλάκι θα γινόταν χείμαρρος και ο χείμαρρος ως γνωστόν δεν σταματιέται. 

Δεν νομίζω ότι χωράνε πολλά πράγματα να πούμε για τον παίκτη Πρίντεζη. Ο τύπος ήρθε σαν μία καλή λύση να γεμίζει το ροτέισον και μέσα σε λίγο καιρό έγινε ένα από τους καλύτερους παίκτες στην Ευρώπη. Αυτό φυσικά δεν έγινε από την μία μέρα στην άλλη αλλά χρειάστηκαν τόνοι σκληρής δουλειάς μέσα στο παρκέ. Μεγάλο παίκτη δεν σε κάνουν μόνο τα χαρακτηριστικά σου αλλά και το ειδικό βάρος που έχεις σαν προσωπικότητα να διαχειριστείς καταστάσεις. Δεν είναι τυχαίο που μερικά από τα μεγαλύτερα σουτ του τμήματος , τα έχει βάλει ο Πρι. Θέλει guts να ηγείσαι στην ομάδα του Ολυμπιακού, γιατί κατά βάθος μιλάμε για ένα πολύ περίεργο τρένο. Μια ομάδα παρέα που ψάχνει συνεχώς κίνητρα να μην εφησυχάζεται. Όταν μένει πιο ήσυχη μπορεί να χάσει από τον πιο απίθανο αντίπαλο. Γι’ αυτό πρέπει να επιδιώκει σε εκ νέου καινούρια κίνητρα συνεχώς, μία δύσκολη και απαιτητική διαδικασία. Αφού τα καταφέρει, δώστου πάλι νέα κίνητρα. Αλήθεια πιστεύω ότι οι παίκτες της συγκεκριμένης ομάδας φτιάχνονται με μικρά πραγματάκια, όπως για παράδειγμα ποιος θα φάει πρώτος το μεσημεριανό γεύμα. Εκτός από αυτό, μιλάμε για τον πιο ηλεκτρικό πάγκο στην Ευρώπη. Η ομάδα που μπορεί να φέρεις Ευρωπαϊκό και να φύγεις. 

Ο Πρίντεζης είναι νομίζω ένας από τους πιο χαρακτηριστικούς παίκτες σημαία που έχουν υπάρξει κατά την άποψη μου στο παγκόσμιο στερέωμα. Ω ναι το είπα. Έχει περάσει  από όλες τις φάσεις της ομάδας. Έζησε την αμφισβήτηση προσωπικά  και στην συνέχεια ένιωσε και στο πετσί του τα πέτρινα χρόνια της. Έπαιξε τραυματίας, ταλαιπωρημένος, σε κακή κατάσταση πολλές φορές όμως τα πήρε πίσω και με το παραπάνω. Όλες οι μοίρες συμμάχησαν εκείνο το βραδάκι του Μαίου του 2012 και μπήκε στην σφαίρα του μυθικού. Ξεπέρασε από την πραγματικότητα και για λίγο νιώσαμε ότι βρίσκεται μεταξύ αυτής και του φανταστικού. Όταν όλοι άρχισαν να αγκαλιάζονται, καταλάβαμε τι είχε γίνει. Το μυαλό καθάρισε από την επιτυχία. Σε αυτές τις περιπτώσεις έτσι πρέπει να γίνεται για να μπορείς να πηγαίνεις πάντα παρακάτω και παρακάτω. Σίγουρα το άξιζε όμως, γιατί πριν τα είχε δώσει και αυτός όλα. 

Ο Πρίντεζης όμως δεν είσαι σούπερ ήρωας , ούτε κάποιο ρομπότ προγραμματισμένο να κερδίζει συνεχώς. Είναι άνθρωπος, με συναισθήματα, αδυναμίες, δυνατότητες και έχει και αυτός μερικά τρωτά σημεία φυσικά. Στα τελευταία προβληματικά χρόνια της ομάδας μέχρι και εκείνος λύγισε. Για να φτάσει στο σημείο αυτός να λυγίζει, μπορούμε να φανταστούμε εύκολα και το μέγεθος του προβλήματος. Στην πραγματικότητα ήταν μια κραυγή αγωνίας για το μέλλον αυτού που αγαπάει και όχι τρόπος να απεμπλακεί από αυτό. Ο Γιώργος πέρασε τον χαμό του αγαπημένου του πατέρα  και το απόγευμα έπαιξε τελικούς με τον Παναθηναϊκό, με ένα  πόδι του σακατεμένο. Την ύστατη ώρα και με τόσα πράγματα να τριγυρίζουν στο κεφάλι του, δεν άφησε τους συμπαίκτες του στην μάχη μόνους τους που στα αλήθεια τα είχανε χάσει. Γι’ αυτό για μένα το πρωτάθλημα του 16 ήταν και του Πρίντεζη και όχι μόνο του Σπανούλη. Αυτό για μένα τον έβαλε στην σφαίρα του μυθικού. 

Είμαι ευτυχισμένος που θα συνεχίζει να ηγείται αυτής της παρέας. Έτσι είναι οι παρέες. Χαμένες στις σκέψεις τους και τις συνήθειες, λειτουργούν πάντα διαφορετικά σε σχέση με τους άλλους. Γι’ αυτό τους αγαπάμε και λιγάκι παραπάνω.  Η σημαία στον ιστό της λοιπόν. —