Μεξικό 1968: Όταν οι Ολυμπιακοί Αγώνες διεξήχθησαν στην σκιά μιας άγνωστης σφαγής

μεξικο 1968

Οι θερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες του 1968 δεν έμειναν στην ιστορία μόνο λόγω του χαρακτηριστικού υψομέτρου της πόλης που τους φιλοξένησε, επηρεάζοντας την αναπνοή των αθλητών που έλαβαν μέρος, είτε ωφέλιμα, είτε αρνητικά στις αποδόσεις τους. Χαρακτηρίστηκαν από την, έως πρόσφατα όχι πολυσυζητημένη, Σφαγή του Τλατέλολκο. Η πόλη του Μεξικού βάφτηκε με αίμα δέκα μόλις ημέρες πριν την έναρξη των Αγώνων, που σημαδεύτηκαν από τις συμπλοκές φοιτητών και καθηγητών από όλη τη Χώρα με τις κρατικές δυνάμεις καταστολής. Άνθρωποι εμπνευσμένοι από την ιδέα της Επανάστασης και τον θάνατο του Τσε Γκεβάρα ένα έτος πιο πριν, βρέθηκαν να πολεμούν κυριολεκτικά για ένα μέλλον καλύτερο, πιο δίκαιο. Η 19η Ολυμπιάδα, έμελλε να περάσει στις πιο σκούρες λίστες  των σπορ και της πολιτικής. Από τις 12 έως και τις 27 Οκτώβρη του 1968, παράλληλα με την συμμετοχή 5.520 περίπου αθλητών και αθλητριών από όλο τον κόσμο, συνέβαινε και μια λαίκή καταστολή άνευ προηγουμένου.

Με την εκρηκτική κατάσταση στην καρδιά του Μεξικού να μαίνεται ήδη από τον Ιούλιο , λόγω απολυταρχικών κρατικών συμπεριφορών, το κυβερνών Θεσμικό Επαναστατικό Κόμμα(!) έτρεμε στην ιδέα της ματαίωσης των εορτών, εξαιτίας των διαδηλώσεων υπέρ της Κούβας και των αντιδράσεων των φοιτητών με πορείες συμπαράστασης που οδήγησαν στη συλλήψη 700 φοιτητών. Τι κι αν ήταν οι πρώτοι Αγώνες αυτού του βεληνεκούς που θα φιλοξενούνταν από Κράτος του Αναπτυσσόμενου Κόσμου; Τα αντιλαϊκά μέτρα της Κυβέρνησης που είχε ήδη διαπιστώσει την ανάγκη να ξεμπερδέψει με το Βίγια και τον Ζαπάτα, είχαν σαφή προσανατολισμό. Παρά το γεγονός πως συνιστούσε απόρροια της Μεξικανικής Επανάστασης, το οξύμωρο αυτό μόρφωμα δεν μπορούσε με κανέναν τρόπο πια, ούτε να αιτιολογήσει το όνομά του, ούτε την αιτία που δήθεν κινήθηκε ανεκτικά προς πάσης φύσεως πολιτικούς κρατούμενους που βρήκαν μια ανοιχτή αγκαλιά στα μεξικανικά εδάφη. Αντιλαμβάνεται συνεπώς εύκολα ο μέσος νους, τον λόγο που δεν θα ήταν επιτρεπτή η δυσφήμιση της χώρας στην επικείμενη τελετή Έναρξης των Αγώνων για χάρη των εξεγερμένων φοιτητών που με πυγμή διεκδικούσαν, ελευθερία, πρόοδο και δικαιοσύνη, αντιπροσωπεύοντας εκατομμύρια πολιτών που όχι απλώς δεν ευδαιμονούσαν , αλλά περιορίζονταν ποικιλοτρόπως υπό το κάλυμμα του υποτιθέμενου εκσυγχρονισμού. Σχολεία και Πανεπιστήμια είχαν μετατραπεί σε άσυλο, ώστε να φυγαδευτούν όσοι δε λογάριαζαν το φόβο μαχόμενοι για μια ελεύθερη κοινωνία και τα ατομικά δικαιώματα.

Το παρασκήνιο των σχεδόν 3 αυτών μηνών κατέγραφε ανατριχιαστικά σκηνικά ώσπου να ζυγώσει η ώρα της έναρξης. Οδοφράγματα και ανθρωποκηνυγητό, φλεγόμενα λέωφορεία και Ι.Χ. για ανάχωμα, νεαρά αγόρια και κορίτσια παρακαλούν αντάμα με τους καθηγητές τους και άλλους απλούς πολίτες από τα μεγάφωνα να μη χυθεί άλλο αίμα! Η αδίστακτη κυβερνητική σκοπιά φτάνει σε σημείο να επιστρατεύσει τους «Γραναδέρος» , τάγμα ειδικών αστυνομικών δυνάμεων, που στο πλευρό του στρατού, επέβαλε την τάξη με μέσο τις ξιφολόγχες, μετατρέποντας τα κρατικά σώματα ασφαλείας σε στυγνούς φονιάδες! Κάπως έτσι θα έκλεινε το μεγάλο κεφάλαιο της πρώτης πάλης που ξύπνησε από τα αμφιθέατρα και τα αναγνώσματα του Μάο , του Χο Τσι Μινχ και του Λένιν και οδηγήθηκε σε ατελείωτες ανταλλαγές Μολότοφ και σε συλλήψεις 1340 ανθρώπων. Το ξεχωριστό του ανωτέρω χρονικού δεν ήταν ούτε οι αέναες ταραχές ολόκληρα μερόνυχτα, ούτε οι πολυάριθμοι θάνατοι που ο κατευθυνόμενος τύπος δοκίμασε για χρόνια να αποσιωπήσει, αλλά το γεγονός πως απέναντι από τους «Γραναδέρος» έστεκε η αφρόκρεμα της μεξικανικής κοινωνίας και όχι οι δήθεν προλετάριοι των χαμηλών στρωμάτων που ο Βρώμικος Πόλεμος της χώρας τους επιχείρησε να ενοχοποιήσει.

Η Πλατεία των Τριών Πολιτισμών θα φιλοξενούσε τον επίλογο του θλιβερού αυτού τοπίου, ως προοίμιο της διαδικασίας που θα σήμαινε το ξεκίνημα της υποτιθέμενης γιορτής. Το ημερολόγιο έγραφε 2 του Οκτώβρη όταν οι αστυνομικοί , ελεύθεροι σκοπευτές και … ελικόπτερα ακόμα περικύκλωσαν τους εμπνευστές των προκηρύξεων του μαύρου εκείνου θέρους, προκειμένου να πιστοποιηθεί το τέλος της δράσης τους, με τους φόνους να ξεπερνούν τους 300, παρά τους μόλις 44 καταγεγραμμένους, βάσει πληροφοριών αλλοδαπών μέσων ενημέρωσης. Πώς να γλυτώσουν από τους υποκοπάνους και τα τεθωρακισμένα γινόμενοι ένα σώμα με το αγανακτισμένο πλήθος, όταν τα μόνα όπλα που διέθεταν εκτός από τη φωνή τους ήταν οι σωλήνες και τα μαδέρια που φύτρωναν στους δρόμους; Πόσο πιο σκληρά δε, θα μπορούσαν να ευτελίσουν τις δηλώσεις που απάνθρωπα ξεστόμισε εν συνεχεία, ο Πρόεδρος της Ολυμπιακής Επιτροπής, ονόματι Έϊβερι Μπράντέϊτζ, την ώρα που μόνο το πνεύμα του αθλητισμού δεν υμνούσε η χυδαιότητα που είχε στηθεί στη γη των Ολμέκων;