Και πως η Ελλάδα να εκμεταλλευτεί το Euro 2004;

Και πως η Ελλάδα να εκμεταλλευτεί το Euro 2004;

Κάθε φορά που πλησιάζει η 4η Ιουλίου, η επέτειος της κατάκτησης του Euro προκύπτει πάντα η ίδια συζήτηση στο “καφενείο των φιλάθλων”: “Δεν εκμεταλλεύτηκε το ελληνικό ποδόσφαιρο την επιτυχία του Euro 2004”. Διαφωνώ κάθετα, οριζόντια και διαγώνια με αυτή την προσέγγιση που έχω βαρεθεί να ακούω τόσα χρόνια.

Για σταθείτε λίγο. Πως ακριβώς η επιτυχία μιας εθνικής ομάδας μπορεί να αλλάξει από μόνη της από τη μια μέρα στην άλλη τη νοοτροπία του χώρου του αθλητισμού, ενός συστήματος, μιας κοινωνίας; Μπορεί να την ταρακουνήσει, να την εμπνεύσει, να της δώσει μια κλωτσιά στα πισινά, μέχρι εκεί, ναι. Αλλά να αλλάξει παγιωμένες πρακτικές παραγόντων και να τους πείσει ότι πρέπει να γίνουν μια μεγάλη οικογένεια για το καλό του ελληνικού ποδοσφαίρου; Ελάτε τώρα, χρειάζεται κάτι πολύ περισσότερο από αυτό. 

Ας διευκρινίσουμε όμως, πρώτα, ποιοι και πως θα “έπρεπε να εκμεταλλευτούν το Euro 2004”.

Η εθνική ομάδα ποδοσφαίρου: 10 με τόνο!

Εάν μιλάμε καθαρά για την ελληνική εθνική ομάδα τότε όχι απλώς πάτησε πάνω σε αυτή την επιτυχία αλλά το… τερμάτισε. Υπενθυμίζω ότι μέχρι το 2004 η Ελλάδα είχε αγωνιστεί σε ένα Euro (1980) και ένα Μουντιάλ (1994) που δεν θέλουμε να θυμόμαστε. Μετά την επιτυχία του 2004, προκρίθηκε σε ακόμα δύο Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα αλλά και δύο Παγκόσμια Κύπελλα. Μάλιστα, στο Euro 2008 πέρασε ως πρώτη και καλύτερη από τις ομάδες των προκριματικών με τους περισσότερους βαθμούς (31). Στο Euro 2012 έφτασε μέχρι τα προημιτελικά. Στο Μουντιάλ του 2010 πέτυχε τα πρώτα της γκολ και την πρώτη της νίκη σε Παγκόσμιο Κύπελλο. Στο Μουντιάλ του 2014 πέρασε για πρώτη φορά στα νοκ άουτ. Οπότε για να μην λέμε αηδίες, η εθνική ό,τι ήταν να κάνει το έκανε και με το παραπάνω έχοντας μάλιστα απορροφήσει και στραπάτσα σε αυτή τη δεκαετία όπως η αποτυχία της να βρεθεί στο Μουντιάλ του 2006 και η κάκιστη εικόνα που παρουσίασε στα τελικά του Euro 2008. Όταν αποσύρθηκε και ο τελευταίος της γενιάς 2004 (Καραγκούνης), ανοίξαν τα στεγανά, σταμάτησε να λειτουργεί με το mindset συλλόγου υψηλού επιπέδου του εξωτερικού που είχε θεμελιώσει και ξαναγύρισε στην αφάνεια. Τυχαίο;

Οι Έλληνες παράγοντες: διαχρονικά κάτω από τη βάση!

Πάμε τώρα στο εθνικό πρωτάθλημα. Αδυνατώ να συλλάβω το λόγο που θα έπρεπε αυτόματα να αναβαθμιστεί το ελληνικό πρωτάθλημα την επόμενη του Euro 2004 απλά επειδή κατακτήσαμε τον ευρωπαϊκό τίτλο. Τα πρωταθλήματα είναι οι παράγοντες τους. Οι ίδιοι παράγοντες δεν ήταν στα πράγματα και μετά το Euro, με τη νοοτροπία τσιφλικιού, μπανανίας και επιδίωξης των σκοπών τους με κάθε μέσο; Πως θα άλλαζαν από τη μια στιγμή στην άλλη και θα έβαζαν σε πρώτο πλάνο τη βελτίωση του προϊόντος;

Εδώ δεν σεβάστηκαν (και δεν σέβονται διαχρονικά) τους πρωταγωνιστές του θριάμβου. Προπονητικό κέντρο ολόδικο της δεν απέκτησε ποτέ η πρωταθλήτρια Ευρώπης. Οι διεθνείς παραπονιόνταν για χρόνια μετά το Euro πως η επιτυχία τους δεν άλλαξε καθοριστικά το γίγνεσθαι του ελληνικού ποδοσφαίρου. Όταν αποσύρθηκαν από την ενεργό δράση και προσπάθησαν να εμπλακούν οι ίδιοι σε διοικητικές θέσεις για να φέρουν την αλλαγή είτε αποκλείστηκαν είτε απαξιώθηκαν για το (όποιο) έργο τους (βλέπε Νικολαΐδης στην ΑΕΚ, Ζαγοράκης στον ΠΑΟΚ, Καραγκούνης, Μπασινάς, Γιαννακόπουλος στην εθνική ομάδα). 

Στις εκλογές της ΕΠΟ το 2021, όπου εκλέχθηκε πρόεδρος αλλά τελικά αναγκάστηκε να αποχωρήσει μετά από μόλις 6 μήνες ο Θοδωρής Ζαγοράκης, συμμετείχαν κι άλλοι πρωταθλητές (Χαριστέας, Καφές, Δημήτρης Παπαδόπουλος ενώ τελευταία στιγμή αποσύρθηκε ο Γιούρκας Σεϊταρίδης), οι οποίοι ζήτημα είναι αν βρήκαν τη ψήφο τους μέσα στην κάλπη. Στην Ελλάδα δεν μετράει τόσο το ποιος είσαι, όσο τίνος τα συμφέροντα προωθείς και οι πρώην διεθνείς είχαν διαλέξει τη “λάθος” πλευρά. Ο “Ζαγόρ” ναι μεν εκλέχθηκε στην προεδρία αλλά βρήκε το αδιαπέραστο τείχος της επιτροπής της ΕΠΟ μπροστά του καθώς σχεδόν κάθε πρόταση του έπεφτε στο κενό. Το αποτέλεσμα ήταν να αποχωρήσει γιατί δεν μπορούσε πρακτικά να διοικήσει. Γίνεται σαφές λοιπόν, πως συγκεκριμένα κέντρα του ελληνικού ποδοσφαίρου δεν επιθυμούν να δώσουν την ευκαιρία στους παλαίμαχους ποδοσφαιριστές να “αλλάξουν τα πράγματα”. 

Πως λοιπόν να εκμεταλλευτεί το ελληνικό ποδόσφαιρο τη δυναμική του Euro 2004 όταν δεν εκμεταλλεύεται ούτε τους ανθρώπους που ήταν υπεύθυνοι για την επιτυχία;

Η σύγκριση με το μπάσκετ

Μετά το 2004, ξάφνου υπήρξε αναμονή για ευρωπαϊκές επιτυχίες κι από τους συλλόγους. Θέλετε λίγο η εθνική, λίγο ο Παναθηναϊκός τα προηγούμενα χρόνια με τις καλές του πορείες και η όρεξη των Ελλήνων φιλάθλων άνοιξε. Όμως, το ποδόσφαιρο δεν είναι μπάσκετ. Μην ξεχνάμε τη χαώδη οικονομική διαφορά των δύο αθλημάτων. Να πετύχεις στο μπάσκετ με το οποίο ασχολούνται σοβαρά 5-6 χώρες στην Ευρώπη δεν είναι τόσο δύσκολο. Στο ποδόσφαιρο δεν έχεις να ανταγωνιστείς μόνο τρεις ισπανικές, δύο τουρκικές, μια ρωσική, μια ιταλική, μια λιθουανική, μια ισραηλινή και κανα δυο γαλλογερμανικές ομάδες. Μπάλα παίζει όλη η Ευρώπη και μάλιστα με αστρονομικά μπάτζετ που οι Έλληνες επιχειρηματίες δεν μπορούν ούτε να ονειρευτούν. Και όλα σωστά να τα κάνει μια ελληνική ομάδα, χρειάζεται τεράστιες δόσεις τύχης για να πάει μέχρι το τέλος σε οποιαδήποτε διοργάνωση, κάτι που έχει πει και ο Γιώργος Καραγκούνης σε παλαιότερη συνέντευξη του: “Όμως δεν μπορούμε να το (ποδόσφαιρο) συγκρίνουμε με το μπάσκετ. Δεν έχουμε υποδομές. Μόνο το να περάσεις ένα Euro είναι σαν να κατακτάς κάτι στο μπάσκετ. Δεν έχουν τον ίδιο βαθμό δυσκολίας”. 

Το οικονομικό κόστος είναι και ο λόγος που δεν είδαμε ποτέ σοβαρές υποδομές ποδοσφαίρου στη χώρα. Να στεριώσεις δύο μπασκέτες στο προαύλιο ενός σχολείου και να βάψεις τις γραμμές δεν είναι κάτι δύσκολο. Να βρεις χώρο για να στήσεις γήπεδο ποδοσφαίρου με χλοοτάπητα που θα συντηρείται επαρκώς είναι ουτοπία στην Ελλάδα. Και εδώ δεν μιλάμε μόνο για δημόσια γήπεδα ανοιχτά στο κοινό. Πολλές φορές ούτε οι ίδιες οι ομάδες δε σέβονται τους νεαρούς αθλητές τους βάζοντας τους να κάνουν προπονήσεις σε άθλιες εγκαταστάσεις. Αυτό δεν θα άλλαζε από τη μία μέρα στην άλλη επειδή πήραμε ένα Euro.

Μια άλλη ωραία καραμέλα που ακούμε χρόνια είναι πως το μπάσκετ κεφαλαιοποίησε την δική του επιτυχία του 1987. Θα συμφωνήσω εν μέρει σε αυτό καθώς το ελληνικό πρωτάθλημα έζησε ζωή χαρισάμενη στο αγωνιστικό κομμάτι για περισσότερο από μια δεκαπενταετία (1987-2005) όντας την περίοδο των 90s το κορυφαίο της Ευρώπης. Επίσης, η εθνική ομάδα είχε σπουδαία διάρκεια με επιτυχίες μέχρι το 2009. Ας δούμε όμως και τις υπόλοιπες πτυχές.

Γήπεδα – Υποδομές: Που είναι ακριβώς; Οι δύο μεγαλύτερες ομάδες της χώρας, Παναθηναϊκός και Ολυμπιακός αγωνίζονται ακόμα στα ίδια στάδια που τους παραχώρησε η Πολιτεία. Ένα γήπεδο έφτιαξε ο ΠΑΟΚ στις αρχές του 2000 κι άλλο ένα ανακαίνισε η ΑΕΚ μετατρέποντας το σε basket hall το 2021. Α ναι, και τα τιμημένα “Δύο Αοράκια” στην Κρήτη. Η επαρχία απέκτησε κάποια γήπεδα όμως μικρά και κακοσυντηρημένα αν κρίνω από το πρόσφατο παράδειγμα του κλειστού της Νεάπολης στη Λάρισα. Κάπως καλύτερα είναι τα πράγματα στις υποδομές αλλά πείτε μου όσοι ασχοληθήκατε σε νεαρή ηλικία με το άθλημα, πόσες φορές κληθήκατε να παίξετε σε ανοιχτά, ακατάλληλα γήπεδα με “τρύπες” που σας έτρωγε το κρύο και το αγιάζι;

Βία και Χουλιγκανισμός: Έχω χάσει το μέτρημα από τις φορές που έχουν διακοπεί τελικοί Α1 κι από τις ομορφιές στους τελικούς κυπέλλου (κυρίως) μεταξύ των αιωνίων με κόσμο και των δύο ομάδων. 

Διαιτησία: Μια μόνιμη γκρίνια από όλες τις ομάδες, η οποία είναι πιο έντονη μεταξύ των δύο αιωνίων όταν κρίνονται τίτλοι. Μάλιστα, η αφετηρία του γνωστού “μέχρι τέλους” των αφών Αγγελόπουλων είχε ως αφορμή την αντίδραση τους σε διαιτησία ντέρμπι Παναθηναϊκού – Ολυμπιακού.

Διοικητικοί παράγοντες: Ο Ολυμπιακός μονίμως στα μαχαίρια με τον Παναθηναϊκό και την προηγούμενη διοίκηση της ΕΟΚ. Ο Παναθηναϊκός μονίμως στα μαχαίρια με τον Ολυμπιακό και τη νέα διοίκηση της ΕΟΚ. Η προηγούμενη διοίκηση της ΕΟΚ πολλές φορές στην καρακοσμάρα της επιμένοντας σε παλαιολιθικές πολιτικές με μόνη έννοια τη μονιμοποίηση στην καρέκλα. Η νέα ΕΟΚ θα κριθεί σε βάθος χρόνου αλλά μέχρι στιγμής δείχνει διάθεση να αλλάξει το status quo. Η Θεσσαλονίκη βυθισμένη στη διοικητική ανυπαρξία εδώ και δεκαετίες. Οι επαρχιακές ομάδες εμφανίζονται και εξαφανίζονται εν μια νυκτί και κάνουν αγαπημένο τους σπορ όχι το μπάσκετ αλλά την εξαγορά ΑΦΜ.

Που πέτυχε λοιπόν το μπάσκετ; Επειδή κάποια τρόπαια σπρώχνουν κάτω από το χαλί τα προβλήματα; Ή επειδή σαρώνει ο Γιάννης στο ΝΒΑ που αν δεν τον είχαν ανακαλύψει και μετατρέψει σε μπασκετικό “τέρας” οι Bucks ακόμα δεν θα είχε ούτε την υπηκοότητα; H EOK αν θυμάστε είχε καθυστερήσει χαρακτηριστικά στην υπόθεση του και δεν ήθελε πολύ να τον τσιμπήσουν οι Ισπανοί που ετοίμαζαν τα χαρτιά του όταν μετακινήθηκε (προσωρινά) στη Σαραγόσα.

Το ελληνικό πρωτάθλημα ήταν όντως ένα ελκυστικό προϊόν κάποτε. Με ισχυρές ομάδες που έκαναν τεράστιες ευρωπαϊκές πορείες. Με 6 διαφορετικούς συλλόγους να φέρνουν ευρωπαϊκά τρόπαια στη χώρα. Με ομάδες-γειτονιές της Αθήνας να βγάζουν το λάδι στους μεγάλους και να βγαίνουν Ευρώπη. Με ανταγωνιστικά playoffs που για να επιβιώσεις και να φτάσεις ως το τέλος έπρεπε να φτύσεις αίμα. Κάποτε, όμως αυτά, όχι πλέον. 

Το 1987 ακολούθησε το χρυσό Ευρωπαϊκό του 2005 και το ασημένιο Παγκόσμιο του 2006. Άραγε, πως εκμεταλλεύτηκε τις επιτυχίες αυτές το ελληνικό μπάσκετ; Με την εθνική να βγαίνει εκτός του χάρτη των διακρίσεων μετά από μόλις 4 χρόνια; Με ένα πρωτάθλημα δύο πρωταγωνιστών και 10+ κομπάρσων; Με την αδυναμία διεξαγωγής ενός final four στο Κύπελλο; Με την τηλεοπτική απαξίωση του εγχώριου προϊόντος; Ναι, αλλά ο Παναθηναϊκός και ο Ολυμπιακός πήραν την Ευρωλίγκα 5 φορές σε 7 χρόνια, θα πείτε. Δεν ξέρω, φτάνει αυτό για να πούμε ότι το μπάσκετ διανύει περίοδο δόξας στην Ελλάδα; Αρκεί να ρωτήσουμε έναν φίλαθλο που δεν υποστηρίζει τους αιώνιους για να έχουμε την απάντηση μας. 

Ο αθλητισμός δεν χρειάζεται επιτυχίες αλλά επενδύσεις

Περί “εκμετάλλευσης” Euro 2004 λοιπόν, ποιες ήταν οι ρεαλιστικές πιθανότητες να επενδύσει σωστά ένα κράτος σαν την Ελλάδα σε μια τέτοια επιτυχία; Ας μην δουλευόμαστε, ελάχιστες. Αν το Euro 2004 ήταν η ευκαιρία για να ανοίξει ο ορίζοντας σε ένα άθλημα, οι Ολυμπιακοί Αγώνες της ίδιας χρονιάς τι ήταν; Είδατε μήπως καμιά εκρηκτική ανάπτυξη στα δεκάδες αθλήματα που φιλοξενήθηκαν εκείνο το καλοκαίρι στη χώρα; Ούτε τις έτοιμες εγκαταστάσεις της διοργάνωσης δεν μπόρεσαν να αξιοποιήσουν η Πολιτεία και οι παράγοντες του ελληνικού αθλητισμού. 

Ακόμα κι έτσι, δεν είναι λίγα τα αθλήματα που φέρνουν διακρίσεις στη χώρα με πενιχρά μέσα. Εκτός του μπάσκετ, επιτυχίες φέρνει και το πόλο όμως το χειμώνα οι διεθνείς πολίστες δεν έχουν πάντα θέρμανση στην πισίνα. Επιτυχίες φέρνει και ο Πετρούνιας στους κρίκους όμως για χρόνια έκανε έκκληση για μεγαλύτερη χρηματοδότηση. Είναι γενικό το πρόβλημα. Δεν είναι λοιπόν οι επιτυχίες που θα αλλάξουν τη νοοτροπία στον ελληνικό αθλητισμό αλλά οι “επενδύσεις” κάθε είδους.Η κατάσταση θα αλλάξει όταν επιτέλους εφαρμοστούν οι αθλητικοί νόμοι, όταν προωθηθεί ένα πλαίσιο εξάλειψης της βίας, όταν θα υπάρχει ένα ξεκάθαρο σχέδιο εκμετάλλευσης των υπαρχουσων αθλητικών εγκαταστάσεων αλλά και δημιουργίας καινούριων, όταν ο σχολικός αθλητισμός και οι υποδομές του μπουν σε πρώτο πλάνο, όταν εξασφαλιστεί επαρκής χρηματοδότηση για τη στήριξη των αθλητών. Εάν έχεις όλα αυτά, που συνοψίζονται στη λέξη “βούληση” (Πολιτείας και αθλητικών παραγόντων) τότε τα “Euro 2004” θα έρθουν σαν φυσικό επακόλουθο κι όχι σαν πυροτέχνημα. Αλλά και να μην έρθουν, δεν θα τα περιμένεις για να σου “φτιάξουν” τον αθλητισμό.