Kevin Garnett: «For the love of the game…»

garnett

“Όταν είμαι στο γήπεδο, νιώθω σαν να είμαι σε ένα τεράστιο λιβάδι, ο άνεμος να χτυπάει το πρόσωπό μου, εγώ να έχω ανοιχτά τα χέρια μου και απλά να πετάω, να πετάω, να πετάω… Και για ένα δευτερόλεπτο τα πόδια μου δεν πατάνε στη Γη. Και αμέσως μετά από λίγο νιώθω σαν να είχα τα χέρια μου σε κρύο νερό και να βγήκα στους -20. Και είμαι έτοιμος για μάχη. Kάπως έτσι νιώθεις όταν είσαι στο NBA…»

Ανάγκη για συστάσεις δεν νομίζω ότι χρειάζονται. Το ποιος είναι ο Kevin Garnett το ξέρουν όλοι όσοι έχουν ακολουθήσει έστω και επιφανειακά το NBA την περασμένη δεκαετία. Ο αγαπημένος “Νταής” του μπάσκετ. Ένας εκ των 4-5 καλύτερων trash talkers της ιστορίας, που – το σημαντικότερο – μπορούσε παράλληλα να καλύψει στο 100% πάνω στο παρκέ όλα όσα έλεγε στον αντίπαλο για να του πειράξει το μυαλό. Όλα όσα πρεσβεύει ο Garnett με το παιχνίδι του, η σκληράδα στα όρια του… bullying, το πάθος, η αυταπάρνηση πηγάζουν από ένα και μόνο πράγμα: Την αγάπη για το παιχνίδι. Αυτό το περίφημο “I love this game” που εδώ και πολλά χρόνια έχει γίνει η φράση – σήμα κατατεθέν του NBA, του πρωταθλήματος που προσφέρει αφειδώς συγκινήσεις, πάθος, ιστορίες. Και αυτή η αγάπη μπορεί να “διαφημίζεται” παντού, όμως λίγοι παίκτες έδιναν ή δίνουν μέχρι και την ψυχή τους για το παιχνίδι με τον τρόπο που το έκανε στις μέρες του ως παίκτης ο KG.

«Αν θες να είσαι το οτιδήποτε σε αυτήν την λίγκα, πρέπει να σπρώχνεις τα πάντα λίγο παραπέρα από τα όρια. Δεν μπορείς να είσαι σοφτ, δεν μπορείς να δίνεις χώρο. Αν δεν το αντέχεις, φύγε από το παρκέ. Η δουλειά μου είναι να σε σταματήσω και δεν περιμένω να με συμπαθήσεις, να γίνεις φίλος μου. Γιατί ούτε εγώ το προσπαθώ.»

garnett

Πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα από τον Steven Adams για να στηρίξει τα παραπάνω δεν υπάρχει. Ο Νεοζηλανδός μπορεί να είναι ένας από τους πιο σκληρούς παίκτες του πρωταθλήματος, όμως μπαίνοντας στο NBA… ψάρωσε αμέσως από το “μπουλντόγκ” που ακούει στο όνομα Kevin Garnett. Σε τέτοιο σημείο που αποφάσισε να πρωτοτυπήσει: “Έχει μια παρουσία στο παρκέ τόσο επιβλητική, αλλά ευτυχώς εμένα δεν μου μιλάει καθόλου. Έπαιξα το κόλπο με τα Αγγλικά σε έναν αγώνα. Κάτι μου είπε και εγώ του απάντησα “Um, no English, no English man, sorry” και από τότε δεν μου ξαναμίλησε, ήταν φανταστικό!“. (σ.σ.: Για όποιον δεν το γνωρίζει – ο Kevin μάλλον ήταν ένας από αυτούς – τα Αγγλικά είναι η επίσημη γλώσσα του 97% του πληθυσμού της Νέας Ζηλανδίας!)

Η φήμη του προηγούνταν της παρουσίας του και αυτό το είχε καταφέρει ύστερα από πολλά χρόνια πάθους και ενεργειών που θύμιζαν ψυχάκια που το έσκασε από το τρελοκομείο και όχι έναν ακόμα μπασκετμπολίστα. Το μάτι του γυάλιζε και οι αντίπαλοι ψηλοί έβλεπαν έναν παίχτη που θα φώναζε, θα μούγκριζε, θα έπεφτε για πους απς μέσα στην μέση του αγώνα απλά και μόνο γιατί μπορούσε να το κάνει, που θα έριχνε τάπες σε σουτ εκτός παιχνιδιού για να μην μπει ούτε και έτσι η μπάλα στο καλάθι της ομάδας του. Που θα έπεφτε στα τέσσερα και θα γάβγιζε στον αντίπαλο εν ώρα αγώνα. Και όλα αυτά μπορεί να φαινόντουσαν, αν μιλούσαμε για οποιονδήποτε άλλον άνθρωπο, ζητήματα που χρήζουν ψυχιατρικής στήριξης (βλέπε Lance Stephenson), όμως ο KG είναι αυτός που είναι και όλος ο μπασκετικός κόσμος το είχε αποδεχτεί, το σεβόταν και το αγαπούσε ή αγαπούσε να το μισεί. Γιατί ήξερε ότι ήταν αληθινά όλα αυτά και για αυτό και εκείνος δεν χρειάστηκε να απολογηθεί ποτέ σε κανέναν.

Υπάρχουν πολλές ιστορίες που μπορεί να πει κανείς για τον Garnett. Από το απίστευτο takeover του στην MVP χρονιά του στους Timberwolves, μια ομάδα που αν και δεν μπόρεσε να οδηγήσει ποτέ στην Γη της Επαγγελίας, κατάφερε να την ανεβάσει 10 σκάλες με την παρουσία του, ως την μετακίνησή του στην Βοστώνη, αλλάζοντας την μοίρα ενός μεγάλου πλην τελματώδους franchise, ή και την σχέση πατέρα – γιου που είχε δημιουργήσει με τον Flip Saunders και του οποίου η απώλεια του στοίχησε όσο λίγα πράγματα του είχαν στοιχήσει στη μέχρι τώρα ζωή του. Μια σχέση στην οποία είδαμε έναν άλλον Garnett, εύθραυστο, συναισθηματικό. Είναι πολλές οι ιστορίες και δεν υπάρχει ανάγκη να τις αναφέρουμε τώρα όλες. Αυτό που είναι σίγουρο πάντως, είναι πως όλα όσα έγιναν στην καριέρα του “Big Ticket” είχαν ως κινητήρια δύναμη την αγάπη του για το παιχνίδι. «For the love of the Game», το λένε.

Ο Garnett αυτό ήταν και γι’αυτό άφησε την δικιά του ιστορία. Ένας άνθρωπος που στο τέλος της ημέρας αγαπόυσε το παιχνίδι περισσότερο από τον ίδιο του τον εαυτό.

«H αγάπη μου για το παιχνίδι δεν μπορεί να μετρηθεί. Το μπάσκετ είναι ζωή, και είναι η δικιά μου ζωή…»

Kαι σε αυτήν την ζωή, όλα είναι πιθανά. Ειδικά για ανθρώπους με το πάθος και την κινητήριο δύναμη του Kevin Garnett.