“Σε μιαν ανάσα, ένας ακόμα ρομαντικός ταξίδεψε”

"Σε μιαν ανάσα, ένας ακόμα ρομαντικός ταξίδεψε"

Από τον Νταλί και τον Αντονιόνι ως τον Γκάλη και τον Καραγκούνη, Άγγελοι είναι όσοι προσφέρουν χαρά και ελπίδα στον κόσμο… Δεν έχουν άλλο ιδιαίτερο γνώρισμα… Αυτός ο στρυφνός Κριστιάνο Ρονάλντο προσφέρει χαρά στον κόσμο…”

Μέσα στο ημίφως, ως συνήθως, ξημερώνοντας Δευτέρα 9 του Σεπτέμβρη, ένα ακόμα τερατάκι της εφηβείας μας την έκανε για ψηλά κι από σήμερα καταλαβαίνετε – φαν και μη φαν του- τι έχει να γίνει εκεί πάνω παρέα με Μπουλά και το λοιπό συναπάντημα. Τεαρτάκι τσέπης σίγουρα όχι, τέρας της διεθνούς ροκ σκηνής και πάλι όχι, συνεργασίες όμως με διεθνούς φήμης ονόματα ξεχώρισαν και είχαν όμορφο αποτέλεσμα. Salvatore Adamo, Tοnino Cartone, οι Fantome, η Piluka Aranguren κι όλοι αυτοί που τώρα θα τον περιμένουν “Στο Καφέ του Χαμένου Χρόνου”.

Ένας τύπος που δεν το έπαιξε ποτέ αιρετικός, προσπάθησε όμως εξαρχής να σταθεί ως ροκάς και να παραμείνει όσο μπορεί ένας τέτοιος , ήδη απ το ξεκίνημα της δεκαετίας του ’80, με τους P.L.J. ,γνωστούς σε όλους μας, ως μετέπειτα ”Τερμίτες”. Φαίνεται πως άνετος περνιότανε πριν τα 30 του, δεν κρατιότανε πράγματι όταν το ’82 κυκλοφόρησε ο πρώτος του δίσκος , ο οποίος δεν πέτυχε ποτέ. Στα 45 Πατριάρχης δεν το είχε δει σίγουρα, πολύ πιο κατασταλλαγμένος όμως με ελληνικό πια στίχο και στη ροκ και την έντεχνη σκηνή, έψαχνε πια μόνος του τα βήματά του με συνεργασίες που τον βρήκαν παρέα με τα πιο γνωστά ονόματα του ελληνικού πενταγράμμου, τόσο στην δημιουργία(Λίνα Νικολακοπούλου, Σαββόπουλος) ,όσο και στην εκτέλεση (Κατσιμιχαίοι, Πυξ Λαξ, Μπουλάς, Πλιάτσικας, Πορτοκάλογλου, Ζουγανέλη, Σταρόβας, Πασχαλίδης, Παπακωνσταντίνου, Κοινιτόπουλος, Αρβανιτάκη, Μητροπάνος).

Ο γεννηθείς το 1956 στην Ν. Ιωνία του Βόλου, Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, κατάφερε απλά, να τα βρει μουσικά, από τα Ημισκούμπρια και τον Μιθριδάτη μεχρι τους Μagic de Spell και τα Κίτρινα Ποδήλατα, πέτυχε να φωνάξει πιο βροντερά από όλους τους ερωτιάρηδες καλλιτέχνες “πόσο σε θέλω”. Κατάφερε το πολιτικό μήνυμα των στίχων που επέλεξε να αποτυπώσει τόσο τις εποχές που ο ίδιος και οι όμοιοι του βίωναν, αλλά να χαραχτεί και σε επόμενες γενιές ακροατών του που μόνο διάβασαν γι αυτές. Ένας αρκετά σουρεάλ, όχι μόνο φυσιογνωμικά, τύπος που παράλληλα διατηρούσε την αυστηρότητα της έκφρασης του ακόμα και τη στιγμή που έγρφαφε κάτι από τις πιο τρυφερές σκέψεις του, τι άλλο; ” Σε μιαν ανάσα”, εμπνευσμένο από τον ερχομό  της κόρης του, τον άνθρωπο δηλαδή που σήμερα τα ξημερώματα τον βρήκε αφού είχε ήδη προδοθεί από την καρδιά του.

Σε εκείνη την εφηβεία λοιπόν που δε ξέραμε τι να την κάνουμε, περάσαμε νύχτες του καλοκαιριού με “λερωμένη τη φωνή μας” , μεγαλώσαμε και προσπαθήσαμε κάπως να αντιληφθπύμε τα “τσιμεντένια τρένα”, σίγουρα δε, γκαρίζοντας σε κύκλους πάνω από μια κιθάρα επιχειρήσαμε να ψάξουμε μεθυσμένοι ευκαιρίες να πάμε στον Παράδεισο. Για όλους αυτούς τους λόγους ο Larry των 80’s και ενας από τους ήρωες των πρώτων μας CD, είναι αδύνατο να …χάθηκε στη σκόνη του.

Άλλοτε σαν λίγο κοιμισμένος πάνω στο μικρόφωνο και άλλοτε παραπάνω από γκρινιάρης στον τρόπο που γρατζούναγε, μας θύμιζε με δάκρυ και μελαγχολία τα πρώτα μας τσιγάρα στα κρυφά, τους λόγους του “σκασιαρχείου” και κάθε άλλη κρυφή φοβία ή αμαρτία των στίχων του. Όπως και να έχει , αυτό που φοβόταν, “μια ζωή χωρίς ζωή”, δεν νομίζω ότι το ζησε…ίσα ίσα που όταν κρεμιόμασταν απ’ τα πεζούλια του Καλιμάρμαρου στη μεγάλη του ’12, όταν στριμωχνόμασταν στο Άλσος της Ν.Σμύρνης και όταν πια φοιτητές τον προλάβαμε με τον Μπουλά και τον Ζουγανέλη στην Ακτή Πειραιώς”, μόνο πάθος για τη ζωή είχε να μας περάσει, με τα ωραία και τα δυσκολότερα που κρύβει.

Μέσα σε όλα, αξίζει τέλος να σημειώσουμε ότι αν ήμασταν εγγύτερα ηλικιακά , η παρέα του Rabona λογικά θα άντεχε την παρέα του Μαχαιρίτσα… Ενός ακόμα ρομαντικού του ποδοσφαίρου. Συχνά πυκνά στο γήπεδο για τα ματς της Εθνικής ομάδας, μα ακόμα πιο συχνά στην Κερκίδα για τον αγαπημένο του Παναθηναίκό. Ενεργότατο μέλος της Παναθηναικής Συμαχίας και από εκείνους που πίστεψαν στην ιδέα ότι αν συνεισφέρουν για τον Σύλλογο που αγαπούσαν θα καταφέρουν τη σωτηρία του, την εποχή που αντιμετώπισε αυξημένα οικονομικά προβλήματα. Μεγάλος φαν της Γουεστ Χαμ, ίσως όχι όσο των ναρκωτικών ή της γυναίκας του, αλλά σίγουρα υποστηρικτής της από τα γεννοφάσκια του, σχεδόν. Τότε που στο Βόλο, ο Ολυμπιακός πατέρας του, τον πήρε να τον πάει να παρακολουθήσουν τους Πειραιώτες σε ένα ματς με τα “σφυριά”. Εκείνος, έγινε ακόμα πιο αντι-Ολυμπιακός, σε βαθμό που άρχισε να υποστηρίζει την ομάδα του νησιού.

Ο Μαχαιρίτσας σε αγώνα του Παναθηναϊκού

Καλό ταξίδι σε έναν από τα πρώτα μέλη της Παναθηναϊκής Συμμαχίας και σε έναν τύπο που από όταν άφησε την δουλειά στην δισκαποθήκη, κατάφερε να ζει απ’τα τραγούδια του , θρέφοντας με ιδέες παραπάνω από 4 γενιές ελληνόφωνων και μη ακροατών.

“Δεν ξέρω αν σώνεται η οικονομική κατάσταση στην ομάδα μου και αν σωθεί, αλλά αν πάψει να υπάρχει Παναθηναϊκός θα πάψει να υπάρχει με μαθηματική ακρίβεια και ο Ολυμπιακός. Και τότε τι θα κάνουμε τις Κυριακές μας; Για μένα Κυριακή ίσον ποδόσφαιρο. Αθλητικά στην τηλεόραση. Έτσι έμαθα από μικρός. Δεν είναι κάτι τόσο φοβερό να δώσει ο κόσμος 150 ευρώ για κάτι που αγαπάει. Είναι 15 ποτά σε ένα μπαρ. Αν μπορείς να σώσεις ένα πράγμα που αγαπάς, είναι καλό. Κι ας είναι τόσο δύσκολες οι εποχές. Λες και δεν ξέρουμε ότι ο κόσμος δεν έχει να φάει. Κάποιοι αυτό λένε. Αυτό τι σημαίνει όμως; Ότι αν δεν ασχοληθώ εγώ ή κάποιος άλλος με τον Παναθηναϊκό θα έχει να φάει ο κόσμος; Δηλαδή τι θέλουν, να μας τα κόψουν όλα; Να πεθάνουμε όλοι πριν την ώρα μας;”