Όχι άλλα “πλαστικά” σε θάλασσες κι ακτές…

plastic football clubs

Η Τσέλσι είναι η νέα Πρωταθλήτρια Ευρώπης για δεύτερη φορά στην ιστορία της κερδίζοντας τη Μάντσεστερ Σίτι που έκανε ντεμπούτο σε τελικό Champions League. Ή αλλιώς το Champions League 2021 σηματοδότησε την πρώτη χρονιά που είδαμε έναν τελικό μεταξύ των λεγόμενων “πλαστικών” του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου. Μάλιστα, θα έλεγε κανείς πως το ζευγάρι αυτό ήρθε στην πιο ταιριαστή στιγμή, τη σεζόν δηλαδή της πανδημίας του Covid-19 κατά τη διάρκεια της οποίας οι προϋπολογισμοί των ομάδων πληγώθηκαν σημαντικά και τα “πορτοφόλια” που υπάρχουν πίσω από κάθε σύλλογο “ζορίστηκαν”. Σε μια χρονιά οικονομικής δοκιμασίας λοιπόν, δεν προκαλεί εντύπωση ότι επιβίωσαν οι ομάδες με τα μεγαλύτερα budgets. Ο τελικός αυτός σημαδεύτηκε από πρωτοφανές bullying στις συμμετέχουσες: “Δεν έχουν ιστορία”, “Ελαφριές φανέλες”, “Καταστροφείς του ποδοσφαίρου που μόνο να αγοράζουν παίκτες ξέρουν” και φυσικά το απόλυτο hit, “ο τελικός των πλαστικών”.

Τι εστί όμως “πλαστικό” club; Κατά τας γραφάς των ρομαντικών του ευρωπαϊκού φουτμπόλ, πλαστικό είναι το club που δεν έχει πίσω του ιδιαίτερη ιστορία, επιτυχίες και κατακτήσεις τροπαίων και ξαφνικά εν μια νυκτί λόγω της εισροής επενδυτικού κεφαλαίου μεταμορφώνεται σε υπερδύναμη. Σαν συνέπεια των οικονομικών πόρων που αποκτά αρχίζει να ξοδεύει πολύ παραπάνω από το συνηθισμένο σε μεταγραφές ποδοσφαιριστών με στόχο να δυναμώσει και να διεκδικήσει τίτλους άμεσα. Οι κατηγορίες που εξαπολύουν οι “ρομαντικοί” σε αυτό το σημείο είναι οι εξής δύο: πρώτον ότι οι πλαστικοί δημιουργούν μια ομάδα από το μηδέν χωρίς να έχουν αναπτύξει οι ίδιοι τους παίκτες και καρπώνονται τους κόπους άλλων συλλόγων και δεύτερον ότι με δέλεαρ τα λεφτά αποδυναμώνουν τις υπόλοιπες ομάδες της χώρας τους. Θυμάμαι τα πρώτα χρόνια της εμπλοκής του Αμπραμόβιτς στη Τσέλσι, που οι Μπλε έφερναν πραγματικά όποιον ήθελαν στο Λονδίνο. Τότε, οι παίκτες που έπαιρναν μεταγραφή στη Τσέλσι ήταν “δακτυλοδεικτούμενοι” και “κατάπτυστοι” από την ποδοσφαιρική κοινότητα, που τους λοιδορούσε γιατί επέλεξαν τα παραπάνω χρήματα. Ίσως θυμάστε, τι τράβηξε ο Μπάλακ από τους Γερμανούς φιλάθλους όταν άφησε την Μπάγερν για τα “ρούβλια” του Αμπράμοβιτς το 2006. Οι Ευρωπαίοι φίλαθλοι επεφύλαξαν την ίδια απέχθεια και στη Σίτι το 2008 και την Παρί το 2010, όταν εξαγοράστηκαν από τα επενδυτικά funds των Αράβων. Ποιο ήταν το πραγματικό πρόβλημα των φιλάθλων; Δεν μπορούσαν να αποδεχθούν την αλλαγή του status quo καθώς έβλεπαν πως η άνοδος ενός “νεόπλουτου” συλλόγου έβαζε ακόμη πιο δύσκολα εμπόδια στον δρόμο του δικού τους συλλόγου για τα τρόπαια.

Όχι άλλα "πλαστικά" σε θάλασσες κι ακτές...

Από την άλλη, οι οπαδοί της εκάστοτε Τσέλσι, Μάντσεστερ Σίτι, και Παρί Σεν Ζερμαίν παρατηρούσαν με αμηχανία (και φυσικά μεγάλο ενθουσιασμό) τις πρώτες κινήσεις των νέων αφεντικών καθώς δεν είχαν συνηθίσει σε πακτωλούς εκατομμυρίων και την νοοτροπία “όποιον θέλουμε, τον φέρνουμε”. Το πρόβλημα για τους “ρομαντικούς” ξεκινούσε όταν στις πρώτες επιτυχίες των νεόπλουτων συλλόγων άρχιζαν να ξεφυτρώνουν νέοι οπαδοί τους στην ήδη υπάρχουσα βάση.  “Σιτι από μικρό παιδί ε;” “Με αφίσες Kerry Dixon και Gianfranco Zola μεγάλωσες εσύ, έτσι;”, “Παρί από τα γεννοφάσκια σου, να φανταστώ”; Αυτές ήταν κάποιες από τις κλισέ εκφράσεις που άκουγαν οι νέοι οπαδοί που αποφάσιζαν ότι τους αρέσει αυτό που βλέπουν και δήλωναν την προτίμηση τους στη νεόπλουτη ομάδα. Άλλωστε, ποιος συναρπάζεται από τις επιτυχίες και το καλό ποδόσφαιρο; Κι εγώ όταν άρχισα να παρακολουθώ αγγλικό ποδόσφαιρο εμπνεόμουν από τις περιπέτειες της Γουέστ Μπρομ να σώσει την κατηγορία, σε καμία περίπτωση δεν πορώθηκα από την επική ανατροπή της Λίβερπουλ στον τελικό του Champions League κόντρα στη Μίλαν. Ο τόνος είναι προφανέστατα ειρωνικός.

“Δεν έχετε ιστορία και die-hard οπαδούς”

Όταν μια νέα, πλούσια διοίκηση έρχεται φορτσάτη για να αναλάβει μια ομάδα αρχικά πρέπει να πείσει τους ίδιους τους οπαδούς του συλλόγου για τις καλές τις προθέσεις. Τι σημαίνει αυτό; Δεν είναι λίγες οι φορές που εμφανίστηκαν διάφοροι ‘επιφανείς επιχειρηματίες” που παρουσιάστηκαν σαν “μεσσίες”, και είτε απλά προώθησαν τα οικονομικά τους συμφέροντα με όχημα την ομάδα είτε δεν είχαν ποτέ τους πόρους που ισχυρίζονταν ότι διέθεταν και εξαφανίστηκαν νύχτα. Οπότε οι οπαδοί είναι καχύποπτοι. Επίσης, όταν αναλαμβάνεις μια ομάδα πρέπει να σεβαστείς την ιστορία της. Δεν γίνεται από την πρώτη σεζόν να κάνεις προτάσεις για αλλαγή χρωμάτων στη φανέλα, σήματος, ή ονομασίας γηπέδου, καθώς εύλογα θα προκαλέσεις εξέγερση. Καμία από τις λεγόμενες πλαστικές δεν έκανε κάτι τέτοιο. Όταν μάλιστα ο Αμπράμοβιτς είχε σκέψεις μετακόμισης από το Stamford Bridge, οι οπαδοί της Τσέλσι του ξεκαθάρισαν με την στάση τους ότι κάτι τέτοιο δεν θα γίνει αποδεκτό κι ο Ρώσος μεγιστάνας το σεβάστηκε απολύτως ως σήμερα. Αντιθέτως, κάποιες από τις λεγόμενες παραδοσιακές, “μη πλαστικές” δυνάμεις όπως η Γιουβέντους, δεν δίστασε να αλλάξει το σήμα της για εμπορικούς σκοπούς ενώ η Άρσεναλ παραχώρησε την ονοματοδοσία του νέου γηπέδου της σε Άραβες (εντάξει αυτό το έκανε κι η Σίτι). Τα ίδια άκουσε κι η Παρί όταν ανέβηκε απότομα επίπεδο λόγω της άφιξης του fund των Καταριανών στο Παρίσι. H οπαδική της βάση “άνοιξε” πολύ παγκοσμίως, ιδιαίτερα ύστερα από την απόκτηση του Νειμάρ και πολύ χαρακτήρισαν τους νέους οπαδούς ως “πλαστικούς”.

Όχι άλλα "πλαστικά" σε θάλασσες κι ακτές...

Για σταθείτε όμως λίγο. Μιλάμε για την ίδια Παρί που προ Αράβων είχε δύο πρωταθλήματα Γαλλίας και δύο συμμετοχές σε τελικούς Κυπέλλου Κυπελλούχων ενώ είχε μετρήσει ήδη πέντε συμμετοχές στο Champions League. Στα 90s είχε αγωνιστεί πέντε(!) συνεχόμενες χρονιές σε ευρωπαϊκούς ημιτελικούς ενώ το 1995 ο νικητής της Χρυσής Μπάλας, George Weah αγωνιζόταν σε αυτή. Δεν είχαν σύνδρομο μικρού συλλόγου στο Παρίσι. Ένα από τα πιο σημαντικά club στη Γαλλία είναι, με αξιόλογη ευρωπαϊκή παρουσία, που απλά περίμενε ένα σοβαρό επενδυτή για να κάνει το μπαμ. Μπορεί μήπως να πει κανείς ανύπαρκτη την Τσέλσι των 2 Κυπέλλων Κυπελλούχων; Πριν την αναλάβει ο Αμπράμοβιτς το 2003, η Τσέλσι επι επτά χρόνια τερμάτιζε στην πρώτη εξάδα της Premier League.  Ή μήπως την Σίτι που ακόμα και στα κακά της χρόνια, είχε πάντα μια δυναμική βάση οπαδών εντός Μάντσεστερ με τον ανεπιβεβαίωτο μύθο ότι είναι μεγαλύτερη από την αντίστοιχη της επιτυχημένης Γιουνάιτεντ; Άλλωστε, το 1974 αυτή έριξε τους “Μπέμπηδες” στην 2η κατηγορία την τελευταία αγωνιστική με γκολ του Dennis Law κι όχι το αντίθετο. Μήπως τελικά, δεν είναι τόσο “πλαστικοί” και πουθενάδες οι συγκεκριμένοι σύλλογοι;

“Αγοράσατε την επιτυχία”

Είναι λογικό οι αντίπαλοι οπαδοί να “ζηλέψουν” και να σε χαρακτηρίσουν πλαστικό όταν αγοράζεις ό,τι καλό κινείται σε μικρότερες ομάδες πληρώνοντας υπεραξίες κι αναγκάζοντας τους συλλόγους αφενός να χάσουν τους καλύτερους παίκτες του κι αφετέρου να χρειαστεί να ανεβάσουν το budget για να σε ανταγωνιστούν. Όπως ανέφερα και νωρίτερα, Τσέλσι και Σίτι βίωσαν στο πετσί τους το “μίσος” από τους αντίπαλους οπαδούς στην Αγγλία τα πρώτα χρόνια που άλλαξαν επίπεδο καθώς έκαναν ακριβώς αυτό. Ας δούμε όμως το εξής: ναι, και οι δυο τους τους ξόδεψαν πολύ χρήμα τις πρώτες σεζόν, όμως για τη Τσέλσι η ακριβότερη μεταγραφή στην ιστορία της παραμένει στα 80 εκ. € (την πρωτιά μοιράζονται Κεπά και Χάβερτς) ενώ για τη Σίτι είναι ο Κέβιν ντε Μπρόινε των 76 εκ. €. Καμιά τους δεν ανέβηκε στα 100+ μύρια που έχουν δώσει για μεταγραφή ενός μόνο παίκτη, οι υποτίθεται “πιο ιστορικές” Ρεάλ Μαδρίτης, Μπαρτσελόνα, Ατλέτικο Μαδρίτης, Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και Γιουβέντους. Όταν δηλαδή η Ρεάλ “εσκαγε” τα 100ρια για τον Κριστιάνο και τον Μπέιλ ήταν ανεκτό λόγω του παρελθόντος της αλλά λιγότερο επιτυχημένες ομάδες δεν έχουν το δικαίωμα να το κάνουν;

chelsea havertz

Υπάρχει επίσης το παράδειγμα της Red Bull Λειψίας, του ορισμού του “πλαστικού club” καθώς κυριολεκτικά δεν υπήρχε πριν το 2009. Αυτός ο σύλλογος κι αν άκουσε τα πάνδεινα από την ίδρυση του μέχρι σήμερα επειδή κατάπιε τις κατηγορίες κι έφτασε μέχρι το Champions League χάρη στα εκατομμύρια της Red Bull. Όμως, προσπάθησαν ποτέ στη Λειψία να φέρουν τον Μέσι ή τον Κριστιάνο; Η ακριβότερη μεταγραφή τους μέχρι σήμερα είναι ο Νάμπι Κειτά που κόστισε βαριά 30 εκ. €. Μάλιστα, αυτά τα χρήματα πρακτικά καταναλώθηκαν εσωτερικά καθώς δόθηκαν στο… παραμάγαζο του Σάλτσμπουργκ. Καλά καλά η Λειψία δεν μπόρεσε να αποκτήσει τον Χάαλαντ που έπαιζε μέσα στην “αυλή” της. Σίγουρα έγιναν πολλές μεταγραφές 10+ εκατομυρρίων κυρίως όμως για παίκτες 19-21 ετών οι οποίοι σε καμία περίπτωση δεν ήταν σίγουρο ότι θα “έβγαιναν” απόλυτα. Μπορεί η Λειψία να είναι εκεί που είναι με τη συνδρομή της Red Bull ωστόσο ποτέ δεν προκάλεσε ξοδεύοντας υπέρογκα ποσά για ενίσχυση, ποτέ δηλαδή δεν λειτούργησε σαν “πλαστική” παρά το γεγονός ότι ήταν η μόνη που έφερε αυτόν τον τίτλο δικαίως! Aντιθέτως, πουλάει ακριβά (Κειτά, Βέρνερ, Ουπαμεκάνο, Κονατέ) και συντηρείται με τον ίδιο τρόπο που το κάνει και στη Φόρμουλα 1: συνεχές κυνήγι των καλύτερων ταλέντων.

Φυσικά, υπάρχει κι η Παρί Σεν Ζερμαίν, η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα. Η νέα διοίκηση από το Κατάρ έχει στο ενεργητικό της τις δύο ακριβότερες μεταγραφές στην ιστορία του αθλήματος (Νειμάρ και Εμπαπέ) και την μοναδική που κόστισε πάνω από 200 εκ. € (Νειμάρ). Κατά βάση “αγόρασε” την επιτυχία της δαπανώντας τεράστια ποσά κι είναι κάτι που ο μέσος ποδοσφαιρόφιλος δεν θα της συγχωρήσει ποτέ.

Που εντοπίζεται το πραγματικό πρόβλημα με τους πλαστικούς;

Δεν ήθελα να καταλήξω στο κλισέ quote “don’t hate the player, hate the game”, αλλά δεν βλέπω πως μπορώ να το αποφύγω. Από την ημέρα που έγινε επαγγελματικό άθλημα το ποδόσφαιρο επικράτησαν τα “γεμάτα πορτοφόλια”. Αν έτυχε για παράδειγμα στην κάθε Λίβερπουλ να έχει προβάδισμα στα 90s (όταν ιδρύθηκε η Premier League) και όχι στην κάθε Σίτι, αυτό ήταν αποτέλεσμα ιστορικής συγκυρίας. Όταν το 2050 (παίζοντας μάλλον με τα εξελιγμένα ανθρωποειδή robots τους) η Τσέλσι, η Σίτι κι η Παρί θα είναι ακόμα ανάμεσα στις κορυφαίες ομάδες του πλανήτη, η ανάληψη τους από πλούσια funds στις αρχές του 21ου αιώνα θα είναι μια πολύ μακρινή ανάμνηση και αρκετές γενιές θα έχουν μεγαλώσει βρίσκοντας τις ήδη στην κορυφή. Το πρόβλημα μου λοιπόν δεν είναι ποδοσφαιρικό. Δεν με ενοχλεί η υπερομάδα του Πεπ που παίζει την μπαλάρα της και δίνει χαρά στους φιλάθλους του Μάντσεστερ κι ας κόβει τίτλους στην αγαπημένη μου Λίβερπουλ.

Το ζήτημα είναι τι φέρνουν μαζί τους τα ερχόμενα από το εξωτερικό μεγάλα πορτοφόλια. Η αλλαγή συσχετισμών στο ποδοσφαιρικό τοπίο είναι μικρό κακό σε σχέση με αυτό που μπορούν να κάνουν στις τοπικές κοινωνίες. Οι σύλλογοι λειτουργούν πολύ απλά ως “βιτρίνες” για Άραβες,Ρώσους, Αμερικανούς και λοιπές -όχι και τόσο- δημοκρατικές δυνάμεις. Απώτερος στόχος συνήθως είναι η απόκτηση assets σε τοπικό ή και εθνικό επίπεδο, δημιουργώντας συχνά μονοπώλια ή ολιγοπώλια, με το σύλλογο να λειτουργεί σαν όχημα για τα οικονομικά τους σχέδια. Παράλληλα, χώνοντας τα χοντρά και φέρνοντας τίτλους σε διψασμένους φιλάθλους, οι επιχειρηματίες εξασφαλίζουν την υποστήριξη μεγάλου μέρους της τοπικής κοινότητας, που “τρέμει” μήπως οι δουλειές του νέου “σωτήρα” δεν πάνε καλά και σηκωθεί να φύγει από τη χώρα, αφήνοντας το σύλλογο και πάλι στην αφάνεια. Τρανό παράδειγμα των παραπάνω έχουμε και στην Ελλάδα με τον ΠΑΟΚ του Ιβάν Σαββίδη.

Μήπως όμως δεν έχουν πλέον όλοι οι μεγάλοι σύλλογοι τέτοιου τύπου επιχειρηματίες; Η Λίβερπουλ της FSG είναι δηλαδή λιγότερο νεόπλουτη από την Σίτι των Αράβων; Η Ρεάλ κι η Μπαρτσελόνα που υποτίθεται ότι διοικούνται από τον κόσμο τους κι έχουν χρεώσει το ισπανικό Δημόσιο με υπέρογκα ποσά, είναι χρηστά παραδείγματα club management; Μήπως στην Ελλάδα που κατά βάση δεν έχουμε ξενόφερτους σωτήρες, έχουμε σοβαρούς προέδρους; Η πλειοψηφία τους έχει πολύ καλή γνώση των διατάξεων του ποινικού κώδικα λόγω της… τριβής μαζί του. Ας σοβαρευτούμε.

arabs manchester city

Εάν απέδειξε κάτι η κίνηση της European Super League είναι πως οι διοικήσεις των μεγάλων της Ευρώπης είτε των παραδοσιακών είτε των νεόπλουτων, είναι όλες τους “πλαστικές” και έχουν το οικονομικό κίνητρο πάνω από όλα. Ήμουν ο πρώτος που δεν γούσταρε τους λεγόμενους “πλαστικούς”. Θυμάμαι ότι δεν πήγαινα μία την Τσέλσι όταν πέταξε εκτός την Μπαρτσελόνα του Ροναλντίνιο και το είχα ευχαριστηθεί όσο δεν πήγαινε όταν η Λίβερπουλ τους είχε αποκλείσει από τον τελικό του 2005 με το αμφισβητούμενο γκολ του Λουίς Γκαρσία. Τα ίδια ένιωσα όταν εμφανίστηκαν και οι Σίτι, Παρί, Λειψία. Όταν είδα όμως την παρουσία της Λίβερπουλ ανάμεσα στις 12 της European Super League μαζί με μερικές από τις πιο παραδοσιακές δυνάμεις της Ευρώπης, η αναθεώρηση έγινε μονόδρομος. Ειλικρινά, ποιο από τα μεγάλα club της Ευρώπης μπορεί να ισχυριστεί μετά βεβαιότητας, ότι δεν έχει “πλαστικοποιηθεί” εξαιτίας των επιταγών του “modern football”;

Ας μην συγχέουμε λοιπόν τις διοικήσεις με τους συλλόγους και τους οπαδούς τους κι ας αφήσουμε στην άκρη την απάξιωση. Κανένα club δεν είναι “πλαστικό”, οι διοικήσεις τους είναι. Για να κάνουν την κίνηση να αγοράσουν οι μεγαλοεπιχειρηματίες σημαίνει ότι έχουν διακρίνει μια σημαντική δυναμική πίσω από τον κάθε σύλλογο, που θα τους βοηθήσει να επιτύχουν τις επιδιώξεις τους. Ας αναλογιστούμε τι άσχημο, μπορεί να κουβαλούν οι διοικήσεις στην κοινωνία κι όχι μέσα στο γήπεδο. Στην τελική ας απαιτήσουμε όλοι οι οπαδοί να αναλάβουμε τις τύχες των ομάδων μας με μοντέλα λαϊκής βάσης και διαφάνεια εάν μας ενοχλεί ότι κάνουν κουμάντο οι “μεγαλοκαρχαρίες”.

Μιας και έρχεται καλοκαίρι, όχι άλλα “πλαστικά”, σε ποδοσφαιρικές “θάλασσες κι ακτές”, λοιπόν…