Virtus Bologna: Μια ανέλπιδη αγάπη που επιστρέφει, σε μαύρο και λευκό

Virtus Bologna: Μια ανέλπιδη αγάπη που επιστρέφει, σε μαύρο και λευκό

“Ας αγαπηθούμε ξανά, κάντο γλυκα, μόνο για μία ώρα, δίχως ελπίδα.” Το ρεφρέν από το τραγούδι που έγραψε και τραγούδησε πριν από 30 και κάτι χρόνια ο Τζιοβάνι Λίντο Φερέτι, μέλος του Ιταλικού ροκ συγκροτήματος CCCP, δονεί στα τελειώματα των αγώνων της Βίρτους τη Segafredo Arena, εδώ και αρκετούς μήνες. Ένα τραγούδι που έγινε διάσημο στην επανεκτέλεσή του από την Τζιάνα Νανίνι το 2004 και εσχάτως από τους Maneskin, το Amandoti, μιλάει για την δυσκολία του να αγαπάς κάποιον, και για το πώς η δοτικότητα αυτού το συναισθήματος σε αφήνει κάποιες στιγμές άδειο. Όλα αυτά όμως, την ίδια ώρα βρίσκουν νόημα στις στιγμές που η αγάπη αυτή επιστρέφει, γεμίζουν τον πρωταγωνιστή μας συναισθήματα και του δίνουν ξανά νόημα. Γι’αυτό και εκείνος με τη σειρά του παρακαλάει για να ζήσει αυτήν την αγάπη, όσο λίγο κι αν κρατήσει, όσο ανέλπιδη κι αν είναι.

Αυτό το τραγούδι, η επίκληση στην ατελέσφορη αγάπη έχει γίνει κατά καιρούς σύνθημα στα χείλη κι άλλων ιταλικών κερκίδων, με χαρακτηριστικά παραδείγματα τις Φότζια και Κρεμονέζε στο ποδόσφαιρο. Όμως φέτος, ήταν η σειρά της Βίρτους και των οπαδών της “Vu Nere” να αγκαλιάσουν αυτό το συναίσθημα, να το κάνουν “σημαία” της φετινής σεζόν (ύστερα από το κάλεσμα της ομάδας ενόψει της νέας αγωνιστικής περιόδου) και μαζί να πορευτούν σε ένα ονειρικό ξεκίνημα στο πρώτο μίσο.

Δεν θα μπορούσε άλλωστε να υπάρξει πιο αντιπροσωπευτική ομάδα μπάσκετ στην Ιταλία από τη Βίρτους, σε ό,τι έχει να κάνει με τη χαμένη ελπίδα, την αναζήτησή της και την εύρεσή της εκ νέου. Η μεγάλη και ιστορική ομάδα του παρελθόντος, το κόσμημα μιας πόλης που αγαπάει το μπάσκετ όσο ελάχιστοι στην Ιταλία έζησε μία αρκετά δύσκολη περίοδο, από τις αρχές των 00s μέχρι τα μέσα των 10s, περίοδος η οποία χαρακτηρίστηκε από αρκετά οικονομικά προβλήματα, δύο υποβιβασμούς, ο ένας λόγω χρεών και ο δεύτερος (για πρώτη φορά στην ιστορία της) αγωνιστικός, μέχρι να έρθει ο κύριος Μάσιμο Ζανέτι (ιδιοκτήτης της Segafredo) να αποκτήσει τον σύλλογο και να τον βάλει πάλι στον δρόμο της ανόδου.

Συναισθηματικά και αγωνιστικά… τρενάκια σαν κι αυτό είναι ικανά να πληγώσουν τον εγωισμό του κοινού μιας πόλης, που (μαζί με τη σημαντική συμβολή της Φορτιτούντο) έχει κερδίσει επάξια το χαρακτηρισμό “Basket City”, και έχει δει κατά καιρούς μεγάλες προσωπικότητες του μπάσκετ να λάμπουν στα παρκέ της. Την ίδια ώρα όμως, αυτή η ταπείνωση, είναι που γεμίζει τον κόσμο λαχτάρα και αποτελεί καύσιμο για μια φωτιά που από το 2016 αρχίζει να σιγοκαίει ξανά, και που μας οδηγεί στο σήμερα και την πραγμάτωση του μηνύματος που η “V” δανείστηκε από τον Φερέτι.

Η Βίρτους τα τελευταία χρόνια, ακολουθούσε με μαθηματική ακρίβεια τον δρόμο της ανόδου, πρώτα με τον Σάσα Τζόρτζεβιτς, ύστερα με τον Σέρτζιο Σκαριόλο, η ομάδα της Μπολόνια ανέβαινε τα σκαλιά ένα – ένα με υπομονή. Η πρώτη έκρηξη, το πρώτο “επιστρέψαμε”, ήρθε με την κατάκτηση του EuroCup, τον Μάιο του 2022, που σφράγισε την επιστροφή στην Ευρωλίγκα, στη φυσική της θέση, στη διοργάνωση που έχει κατακτήσει δύο φορές.

Αυτή η μικρή αναδρομή, αυτή η σύνδεση με το τραγούδι και την μετατροπή του στο σύνθημα που δονεί τη Segafredo Arena, δε γίνεται απλά για να γεμίσει το κείμενο με λέξεις. Γίνεται γιατί στην περίπτωση της Μπολόνια, μπορεί να σε κάνει να καταλάβεις λίγο καλύτερα γιατί αυτό που πραγματοποιείται αγωνιστικά στον πρώτο γύρο της φετινής Ευρωλίγκας σημαίνει τόσα πολλά για τον κόσμο της ομάδας. Γιατί πριν λίγες ημέρες, μετά από ένα καταπληκτικό και οριακό παιχνίδι στην καυτή Stark Arena του Βελιγραδίου και την κόλαση της Παρτίζαν, από την οποία η “Vu Nere” βγήκε αλώβητη και δεύτερη στη βαθμολογία, ο κόσμος έσπευσε να γεμίσει το αεροδρόμιο της πόλης και να αποθεώσει τους παίκτες της ομάδας λες και κέρδισαν κάποιο τίτλο.

Για να πάμε και λίγο στα αγωνιστικά, το καλοκαίρι ο ερχομός του Λούκα Μπάνκι (που έλαμψε στο Παγκόσμιο Κύπελλο ως κόουτς της Λετονίας), οι σφιχτές αλλά μετρημένες αλλαγές στο ρόστερ και η – για την ώρα – ανθεκτικότητα ενός συνόλου που τα έχει τα χρονάκια του (μέσος όρος τα 30 έτη) αλλά που είναι γεμάτο εμπειρία και μπάσκετ (πολύ μπάσκετ), δείχνουν να έχουν φέρει τους Ιταλούς σε ένα σημείο που ελάχιστοι περίμεναν στις αρχές της σεζόν και να δικαιώνουν σε μεγάλο βαθμό τη δουλειά του νέου της προπονητή.

Έχοντας ως πυξίδα τα στοιχεία του εξαιρετικού 3stepsbasket.com, μπορούμε να δούμε πολύ γρήγορα την επιθετική, κυρίως, μεταστροφή της Βίρτους, σε μία ομάδα που σε σχέση με την περσινή αγωνιστική περίοδο, φέτος έχει ανεβάσει κατά 7 μονάδες (116 έναντι 109,2) το Offensive Rating της, ενώ παράλληλα έχει μειώσει 1.5 μονάδα σε σχέση με πέρυσι το Offensive Rating των αντιπάλων της. Διατηρεί στα ίδια επίπεδα το μοναδικό elite περσινό της χαρακτηριστικό, δηλαδή το ποσοστό καλαθιών που έχουν προέλθει από ασίστ (67,2%) και όχι από αμιγώς ατομικές προσπάθειες (μιλάμε άλλωστε για ένα ρόστερ που σε μεγάλο βαθμό γνωρίζεται καιρό), στοιχείο που πέρυσι την έβρισκε κάτω μόνο από τον φιναλίστ Ολυμπιακό, ενώ έχει βελτιώσει συγκλονιστικά την απόδοσή της μπροστά στο κοινό της (εντός έδρας ρεκόρ 8-1), το οποίο έχει ζήσει το μεγαλύτερο ποσοστό των φετινών της νικών.

Στα παιχνίδια που είναι κοντά, έχουν μιλήσει οι μεγάλες προσωπικότητες του ρόστερ της: πρώτος και καλύτερος ίσως ο MVP του πρώτου γύρου, Τόκο Σενγκέλια και εν συνεχεία ο Ντάνιελ Χάκετ, ο Μάρκο Μπελινέλι και ο (ήρωας του Βελιγραδίου) Ίφε Λούντμπεργκ, μεταξύ άλλων. Σε μία σεζόν που όλα δείχνουν ότι θα κριθούν στο νήμα, η Βίρτους έχει μάθει να επιβιώνει, και αυτό είναι που μέχρι στιγμής δείχνει να κάνει τη διαφορά αλλά και να της χτίζει αυτοπεποίθηση ενόψει μίας ενδεχόμενης συμμετοχής στα playoffs. Tα πρόσφατα οριακά παιχνίδια με την Παρτίζαν και τον Ολυμπιακό, τα ντέρμπι με Μπαρτσελόνα και Αρμάνι, η Μπολόνια τα πήρε χάρη στην εμπειρία των παικτών της και νίκες σαν κι αυτές είναι που την ξεχωρίζουν από τον υπόλοιπο “κορμό” των θέσεων 4-11 της βαθμολογίας, που στο χαρτί δεν απέχουν πολύ σαν δυναμικότητα από τους Ιταλούς, ίσως στην πιο “οριακή” Ευρωλίγκα που έχουμε δει ποτέ.

Το σημαντικό λοιπόν είναι ότι αυτός ο πρώτος γύρος βρίσκει την “V” σε μία θέση που της δίνει “όρεξη” για τη συνέχεια και εκεί έρχεται να κουμπώσει και η προσθήκη του Άντε Ζίζιτς. Ο Μπάνκι ξέρει καλά ότι για να επαναληφθεί ένας τέτοιος πρώτος γύρος και να έρθει η πρόκριση στα πλέι οφς και ένα (υπερπολύτιμο) πλεονέκτημα έδρας, χρειάζεται υγεία και χρειάζονται και λύσεις, και σίγουρα ο πολύπειρος Κροάτης μπορεί να τις προσφέρει. Με τον Μπράιαντ Ντάνστον στα 37, τον Τόκο Σενγκέλια διαχρονικά επιρρεπή σε τραυματισμούς και τους Τζόρνταν Μίκεϊ, Όγκνιεν Ντόμπριτς και Ντεβόντε Κέικοκ να προστίθενται στο ιατρικό δελτίο με απόσταση λίγων εβδομάδων, είναι σίγουρο ότι δεν χρειάζεται πολύ το όνειρο να εκτροχιαστεί. Πάνω από τις μισές ομάδες της διοργάνωσης άλλωστε περιμένουν σε απόσταση αναπνοής.

Το σημαντικότερο της μέχρι τώρα πορείας πάντως, και με αυτό θέλω να κλείσω, είναι ότι στον πρώτο γύρο της Ευρωλίγκας είδαμε την “άνοιξη” μίας ομάδας που η κουλτούρα της είναι το μπάσκετ. Η Βίρτους έλειπε όλα αυτά τα χρόνια από το υψηλότερο μπασκετικό στερέωμα και δεν είναι τυχαίο που με μία βόλτα στα σόσιαλ μίντια θα δεις πάρα πολλά σχόλια εκτίμησης για την επιστροφή της ως οργανισμό, για την δουλειά του κόουτς Μπάνκι, για τους πρωταγωνιστές της που μοιάζουν να κάνουν το δικό τους μπασκετικό “Last Dance” (Μπελινέλι 37 χρονών, Χάκετ 36, Σενγκέλια 32), εβρισκόμενοι στο τελευταίο στάδιο ενός πρότζεκτ που την τελευταία τριετία εκείνοι έχτιζαν. Και φυσικά όλα αυτά δένουν ιδανικά με έναν κόσμο που το έχει αγκαλιάσει σε τέτοιο βαθμό γιατί έχει πολύ πρόσφατες τις άσχημες αναμνήσεις και ξέρει ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο. Που προφανώς και θα συνεχίσει να αγαπάει την ομάδα του και όταν αυτή δοκιμάζεται, αλλά που τις στιγμές που η αγάπη αυτή του… επιστρέφεται αγωνιστικά, “γεμίζει” με έναν ξεχωριστό τρόπο.